- Από τον ΘΑΝΑΣΗ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗ, Επτά, Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2010
- Ο αμερικανός κοινωνιολόγος Ρίτσαρντ Σένετ είναι καθηγητής στο London School of Economics και στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης.
Η ακόλουθη συνέντευξή του δημοσιεύθηκε στο ιταλικό περιοδικό «Reset».
- Στο βιβλίο σας «Η κουλτούρα του νέου καπιταλισμού» (ελληνική έκδοση: Σαββάλας, 2009) καταλήγετε με αυτά τα λόγια: «Ενα καθεστώς το οποίο δεν προσφέρει στις ανθρώπινες υπάρξεις βαθύτερους λόγους για να ενδιαφέρονται οι μεν για τους δε δεν μπορεί να διατηρεί για πολύ καιρό τη νομιμοποίησή του». Θεωρείτε ότι η τωρινή οικονομική κρίση καταδεικνεύει ότι το καθεστώς του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού έχει ήδη χάσει τη νομιμοποίησή του και εξαιτίας της αμοιβαίας αδιαφοράς που προωθεί;
«Η οικονομική κατάρρευση αυτών των μηνών καταδεικνύει ότι είχα δίκιο να θεωρώ εξαιρετικά ασταθή και ευάλωτη αυτή τη μορφή καπιταλισμού, η νομιμοποίηση του οποίου βασιζόταν μόνο στην υποτιθέμενη ικανότητα και αποτελεσματικότητα της αγοράς, ενώ αντίθετα ήταν εντελώς εχθρικός προς τις κοινωνικές και ηθικές διεκδικήσεις των πολιτών. Σήμερα αυτό το σύστημα βαδίζει χωρίς να έχει το κύρος που είχε παλαιότερα. Ωστόσο -εδώ είναι το λάθος της ανάλυσης που έκανα στο βιβλίο μου πριν από δέκα χρόνια- οι κύριοι πρωταγωνιστές αυτού του καπιταλισμού είναι ακόμα τόσο ισχυροί ώστε κατορθώνουν να αναστηλώσουν το παλαιό καθεστώς. Τα λόγια τους έχουν χάσει το κύρος τους, αλλά οι δράσεις τους συνεχίζουν να είναι αποφασιστικές. Γι' αυτό, κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες, παρακολουθούμε μιαν επιστροφή στο παρελθόν. Το καταδεικνύει αυτό που έγινε στους τελευταίους μήνες: μια αληθινή απαλλοτρίωση δημόσιου χρήματος για να αναζωογονηθεί μια μορφή παγκόσμιου καπιταλισμού που υπηρετεί τους λίγους».
- Η απώλεια νομιμοποίησης και κύρους θα μπορούσε πάντως να έχει σημαντικές συνέπειες, έστω και αν τώρα αυτές δεν είναι ορατές. Αν βραχυπρόθεσμα παρακολουθούμε μια «επιστροφή στο παρελθόν», μακροπρόθεσμα αντίθετα θα μπορούσαν να επιβληθούν νέα παραδείγματα στην πολιτική οικονομία και στις μορφές της εξουσίας σε διεθνές επίπεδο.
«Αυτό είναι αλήθεια. Ακριβώς αυτή είναι πράγματι η κύρια αντίφαση στις νεοφιλελεύθερες χώρες όπως η Αυστραλία, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Μεγάλη Βρετανία, όπου το οικονομικό σύστημα συνεχίζει να λειτουργεί σύμφωνα με ένα μοντέλο ανυπόληπτο, στερούμενο νομιμοποίησης στα μάτια των ανθρώπων.
Ακόμα και όσοι μετέχουν σε αυτό, τουλάχιστον εκείνοι που έχουν αρκετή οξυδέρκεια ώστε να κατανοούν τη λειτουργία του, γνωρίζουν ότι το σύστημα πρόκειται να καταρρεύσει και πάλι, επειδή είναι από την ίδια του τη φύση ασταθές.
Η απαλλοτρίωση δημόσιου χρήματος επομένως έχει γίνει απαράδεκτη ακόμα και για όσους πιστεύουν στον καπιταλισμό. Είναι όμως απαράδεκτη κυρίως για τους απλούς ανθρώπους, οι οποίοι δεν θα επιτρέψουν να συμβεί ξανά, επειδή έχουν κατανοήσει ότι πρόκειται για ένα ζήτημα πολύ συγκεκριμένο, δεδομένου ότι αυτή η απαλλοτρίωση αφαιρεί χρήματα από την εκπαίδευση και από τις άλλες κοινωνικές υπηρεσίες. Σε πέντε ή έξι χρόνια, στην προσεχή μεγάλη κρίση, οι συνθήκες θα είναι πολύ διαφορετικές. Δεν θα είναι δυνατό να απαλλοτριωθεί εκ νέου το δημόσιο χρήμα και δεν θα υπάρχουν ούτε και επαρκή κεφάλαια για να γίνει αυτό. Το πολύ οδυνηρό μάθημα μας διδάσκει ότι ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός κατέληξε σε αδιέξοδο. Το παράδοξο είναι ακριβώς αυτό: μακροπρόθεσμα ο ηπειρωτικός κοινωνικός καπιταλισμός θα καταδείξει ότι είναι πιο ισχυρός από τον φιλελεύθερο καπιταλισμό. Οικονομικά, σήμερα οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ακόμα μια χώρα-ηγέτις, που προορίζεται όμως να παρακμάσει σε σχέση με χώρες όπως η Ιαπωνία, η Κίνα και η Βραζιλία, ακριβώς επειδή το οικονομικό της σύστημα βασίζεται σε αυτό το μοντέλο καπιταλισμού.
Σε είκοσι χρόνια η ισχύς των Ηνωμένων Πολιτειών δεν θα είναι πλέον η ίδια. Και οι Αμερικανοί, που τους απασχολεί ιδιαίτερα το ζήτημα, φαίνεται να το έχουν αντιληφθεί. Από δω, και από τη συνειδητοποίηση ότι το παλιό μοντέλο αποδυναμώνει την Αμερική, υποβαθμίζοντάς την, πηγάζει η απροθυμία να αποδεχθούν την αναστήλωση του παλαιού καθεστώτος. Και από την άλλη μεριά, εδώ ακριβώς έγκειται η ενδιαφέρουσα και αμφιλεγόμενη όψη της πολιτικής του Μπαράκ Ομπάμα. Ενας κεντρώος πολιτικός (το οικονομικό επιτελείο του οποίου προέρχεται από την κυβέρνηση Κλίντον και έχει φιλελεύθερο προσανατολισμό) ο οποίος εξεπλάγη όταν διαπίστωσε την παρουσία μιας αριστεράς, που καταβάλλει προσπάθεια να καταπολεμήσει την επικράτηση του παλαιού καπιταλιστικού μοντέλου. Ενός μοντέλου του οποίου την απονομιμοποίηση ο Ομπάμα, ως ικανός πολιτικός, είχε αντιληφθεί από καιρό (...)».
- Ωστόσο, οι υποστηρικτές του νεοφιλελευθερισμού συνεχίζουν να υποστηρίζουν ότι η ευελιξία επιτρέπει στα άτομα να ελέγχουν περισσότερο τη ζωή τους και να έχουν μεγαλύτερη ελευθερία.
«Ο νεοφιλελευθερισμός κατέδειξε ότι βασίζεται στη συγκέντρωση της εξουσίας μάλλον παρά τη διανομή ωφελημάτων. Η ιδέα ότι ο καπιταλισμός φέρνει μεγαλύτερη ελευθερία είναι παλιά ιδέα, ήδη ξεπερασμένη, η οποία επαναλαμβάνει τις θέσεις του Ανταμ Σμιθ για τον ατομικισμό των μικρεμπόρων. Και διαψεύστηκε από τα γεγονότα της τελευταίας δεκαετίας και ακόμη περισσότερο από τη σημερινή κατάρρευση του καπιταλισμού. Πρόκεται για ένα σύστημα που τείνει αναπόφευκτα στη συγκέντρωση της εξουσίας στα χέρια λίγων. Η ιδέα ότι οι άνθρωποι μπορεί να γίνουν πιο ελεύθεροι χάρη στη συγκέντρωση της εξουσίας είναι παράλογη, ένας απλός μύθος. Παγκοσμιοποίηση σημαίνει αντίσταση σε αυτόν τον τύπο συγκέντρωσης. Σίγουρα όσοι κατοικούν στα υψηλά πατώματα του συστήματος έχουν απεριόριστη ελευθερία, ακόμα και να αποτυγχάνουν χωρίς σοβαρές συνέπειες (τουλάχιστον για τους ίδιους). Για τους άλλους ανθρώπους όμως η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική». *
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου