Σάββατο 18 Δεκεμβρίου 2010

Το κεφάλαιο αντεπιτίθεται

  • ΛΟΥΤΣΙΑΝΟ ΓΚΑΛΙΝΟ Ο ΙΤΑΛΟΣ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΛΗΜΜΑΤΑ ΠΟΥ ΘΕΤΕΙ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΙΣΤΕΡΑ
Δεν ζούμε μόνο μια παγκόσμια οικονομική κρίση, τη χειρότερη της μεταπολεμικής περιόδου. Ζούμε παράλληλα και μια παγκόσμια οικολογική κρίση. Αυτός ο δραματικός συνδυασμός υπαγορεύει την αναζήτηση λύσεων που δεν θα αντιμετωπίζουν τη μια κρίση επιδεινώνοντας την άλλη.
«Ο νεοφιλελευθερισμός προκάλεσε την κρίση, την οποία τώρα προσπαθούν να αντιμετωπίσουν με νεοφιλελεύθερες μεθόδους»
Στη συνέντευξη που ακολουθεί, ο Ιταλός κοινωνιολόγος Λουτσιάνο Γκαλίνο, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο, αναφέρεται μεταξύ άλλων και σε αυτή τη διπλή -οικονομική και οικολογική- κρίση που απειλεί την ανθρωπότητα. Η συνέντευξη δόθηκε στη δημοσιογράφο και συγγραφέα Κάρλα Ραβαγιόλι και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Il Manifesto».

Λουτσιάνο Γκαλίνο, πώς κρίνετε τις πολιτικές που ακολουθούνται από όσους έχουν δημόσιες ευθύνες (βιομηχάνους, οικονομολόγους, πολιτικούς) με σκοπό την υπέρβαση της κρίσης;

«Οι παρεμβάσεις μετά την κρίση είναι η έκβαση μιας διαδικασίας αναδιάρθρωσης της οικονομίας που άρχισε με τον Ρέιγκαν και με τη Θάτσερ στις αρχές της δεκαετίας του 1980, στην οποία συνέβαλαν και ευρωπαϊκές κυβερνήσεις καθοδηγούμενες από σοσιαλιστές: αφού πρώτα προκάλεσαν την κρίση, προσπαθούν τώρα να την αντιμετωπίσουν με τυπικά νεοφιλελεύθερες μεθόδους. Χρειάζεται όμως να κάνουμε κάποια διάκριση. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, πρώτη κινητήρια δύναμη του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, από την οποία ξεκίνησε η κρίση, ασκούν μια πολιτική λίγο πιο προοδευτική από την Ευρώπη: σώζοντας τις τράπεζες αλλά και συγκρατώντας την ανεργία με ισχυρές παρεμβάσεις και με την επένδυση δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων σε μιαν οικολογική πολιτική. Με όλα τα όριά της, πρόκειται πάντως για την πρώτη ένδειξη ότι η πολιτική είναι ζωντανή απέναντι στην οικονομική ισχύ. Ενώ η Ευρωπαϊκή Ενωση, πιστή στη στρατηγική της Λισαβόνας, κινείται προς μιαν άλλη κατεύθυνση».
  • Ακυβέρνητο αεροπλάνο

Αυτά που μου λέτε επιβεβαιώνουν την ολική έλλειψη ενδιαφέροντος του πολιτικού κόσμου για την πλανητική οικολογική κρίση, την οποία δεν μπορεί παρά να επιδεινώσει η ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας. Πώς τα κρίνετε όλα αυτά;

«Τα θεωρώ έναν πολύ μεγάλο κίνδυνο. Είναι σαν να είμαστε σε ένα αεροπλάνο το οποίο κινείται κατ' ευθείαν προς ένα βουνό και κανείς δεν βρίσκεται στο πιλοτήριο».

Πρόσφατα, το Global Footprint Network ανακοίνωσε ότι έχει ήδη καταναλωθεί η ποσότητα φύσης που μπορεί να χρησιμοποιηθεί αυτή τη χρονιά χωρίς να διαταραχθεί ακόμη περισσότερο το οικοσύστημα. Κανείς όμως δεν ασχολείται με αυτό. Συνεχίζουν να επικαλούνται την ανάπτυξη, ξεχνώντας ότι (και αν ακόμα παραγνωρίσουμε την αύξηση των καταστροφών) μπορεί να λείψουν οι πρώτες ύλες για την ανάπτυξη.

«Αν ο Νότος του κόσμου έπρεπε να παράγει όπως η Δύση, σε λίγα χρόνια θα χρειαζόμασταν δύο πλανήτες σαν τη Γη. Οι κύριοι υπεύθυνοι είναι η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία και οι οικονομικές πρακτικές που πηγάζουν από αυτήν. Οι οικονομικές θεωρίες του νεοφιλελευθερισμού μιλούν για δάση, θάλασσες, νερά, εδάφη κ.λπ. από μία και μοναδική σκοπιά: την οικονομική εκμετάλλευση. Καταστρέφουν χίλια τετραγωνικά χιλιόμετρα δάσους στην Ινδονησία ή τη Βραζιλία και το θεωρούν οικονομικά αποδοτικό έργο: κάτι που δεν χρησίμευε σε τίποτα γίνεται οικοδομικό υλικό. Αυτή η οικονομική θεωρία είναι εντελώς ανορθολογική, επειδή δεν λογαριάζει στο παθητικό την καταστροφή των υπηρεσιών που πρόσφερε αυτό το δάσος: μιαν ετήσια αξία η οποία κατά μέσο όρο υπερβαίνει δυο ή τρεις φορές το όφελος της λεγόμενης εκμετάλλευσης. Με τη διαφορά ότι αυτές οι υπηρεσίες, που ήταν μόνιμες, χάνονται για πάντα, ενώ η εκμετάλλευση γίνεται μία μόνο φορά».

Αυτή η συμπεριφορά όμως δεν συνδέεται στενά με την ίδια τη φύση του κεφαλαίου;

«Του κεφαλαίου χωρίς κανόνες και χωρίς ελέγχους. Υπήρξαν όμως και περίοδοι κατά τις οποίες το κεφάλαιο είχε ρυθμιστεί ελλόγως».

Ισως επειδή, όπως λέει ο Βαλερστάιν, υπήρχαν ακόμη χώροι στους οποίους μπορούσε να καταφεύγει.

«Αυτό είναι αναμφίβολο. Σήμερα, έξω από την παγκόσμια καπιταλιστική κοινωνία, δεν υπάρχει κανένας άλλος χώρος. Υπάρχουν όμως και άλλοι γεωπολιτικοί παράγοντες που πρέπει να συνυπολογίσουμε. Στο διάστημα από το 1945 ώς το 1980 ο καπιταλισμός είχε κατά κάποιον τρόπο ρυθμιστεί. Σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες το ωράριο εργασίας μειώθηκε. Στη Γαλλία έφτασαν στις διακοπές των πέντε εβδομάδων. Για πολλούς λόγους. Ενας από αυτούς τους λόγους ήταν η μεγάλη σκιά του κομμουνισμού στην Ανατολή, η οποία οδηγούσε επιχειρηματίες, τραπεζίτες, πολιτικούς, να κινούνται με περίσκεψη. Οταν τελείωσε αυτό, υπήρξε η αντεπίθεση που απέβλεπε στο να καταργήσει τις κοινωνικές κατακτήσεις που είχαμε από το 1960 ώς το 1980. Και όλη η νομοθεσία τροποποιήθηκε, έτσι ώστε να παραχωρηθεί ο μέγιστος χώρος στον χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό».
Ελάχιστο κράτος

Σύμφωνα με μια πολιτική ολικά ταυτισμένη με τη νεοφιλελεύθερη οικονομία...

«Η νεοφιλελεύθερη πολιτική είναι με τον δικό της τρόπο μια ολοκληρωτική πολιτική με σχεδόν θρησκευτικά χαρακτηριστικά: το κράτος πρέπει να περιοριστεί στο ελάχιστο. Οι δρόμοι προς την παγκόσμια οικολογική κρίση ανοίγουν με τους νόμους μιας πολιτικής που θεωρεί πρωταρχική την οικονομία.
Χρειάζεται να ανακτήσουμε την ικανότητα της πολιτικής να επιβάλλεται ώς ένα βαθμό στην οικονομία. Η παγκοσμιοποίηση υπήρξε ένα από τα εργαλεία για τη θεμελίωση μιας κυριαρχίας που δεν ήταν μόνον οικονομική αλλά ήταν και πολιτική και ιδεολογική. Και μέχρι τώρα έλειψε η αντεπίθεση. Το κυριότερο: έχει χαθεί η κριτική σκέψη. Μέχρι τώρα η Αριστερά έχει κατανοήσει πολύ λίγα από όσα έχουν συμβεί στον κόσμο. Επειδή δεν υπάρχει καμιά βαθύτερη ανάλυση της διαδικασίας της παγκοσμιοποίησης, η οποία είναι ταυτόχρονα ένα πολιτικό, οικονομικό και τεχνολογικό σχέδιο. Από ορισμένες απόψεις, η παγκοσμιοποίηση υπήρξε ένα γιγάντιο σχέδιο πολιτικών της εργασίας, οι οποίες απέβλεπαν στο να μεταφέρουν την παραγωγή όσο το δυνατόν περισσότερο στις χώρες όπου όχι μόνον η εργασία κοστίζει λιγότερο, αλλά υπάρχουν λιγότερα δικαιώματα, το περιβαλλοντικό πρόβλημα σχεδόν δεν τίθεται, τα συνδικάτα υπάρχουν μόνον στα χαρτιά κ.ο.κ.».

Μόνον που κανείς έπειτα, ούτε καν φημισμένοι συγγραφείς, δεν σκέφτεται ότι πρέπει ή ότι μπορούμε να υπερβούμε τον καπιταλισμό. Για παράδειγμα, ο Στίγκλιτς ή ο Κρούγκμαν: ασκούν κριτική στις πελώριες ανισότητες, στις τρομερές συνθήκες ορισμένων «αναπτυσσόμενων» χωρών, εισηγούνται διορθώσεις σε επιμέρους προβλήματα, αλλά κανείς τους δεν φαίνεται να υποθέτει ότι ο καπιταλισμός μπορεί να έχει ένα τέλος.

«Ακούστε, αν με έβαζαν μπροστά σε ένα πράσινο και ένα κόκκινο κουμπί και μου έλεγαν: "Πάτησε το πράσινο κουμπί και ο καπιταλισμός θα εξαφανιστεί", εγώ θα το πατούσα αμέσως (αφού βεβαίως προηγουμένως θα είχα ρωτήσει τι θα τον αντικαθιστούσε). Νομίζω ωστόσο ότι -αν πάρουμε υπόψη μας τον συσχετισμό των δυνάμεων και τη συντριπτική νίκη του νεοφιλελευθερισμού- το μέγιστο στο οποίο σήμερα θα μπορούσαμε ρεαλιστικά να ελπίζουμε είναι ένας ελλόγως ρυθμισμένος καπιταλισμός. Οι συσχετισμοί σήμερα είναι τέτοιοι ώστε εμφανίζεται ήδη ως υπέρμετρη φιλοδοξία το να προσπαθήσουμε να ρυθμίσουμε με πρακτικό τρόπο τον καπιταλισμό. Ξεκινώντας από το πολιτικό πεδίο, επειδή εκεί είναι που χρειάζεται να παρέμβουμε».

Δεδομένης όμως της οικολογικής ανισορροπίας, με όλη τη βαρύνουσα σημασία της, δεν θα ήταν δυνατό να προτείνουμε έναν πιο ριζοσπαστικό λόγο; Είναι παρακινδυνευμένο να το σκεφτόμαστε;

«Είναι παρακινδυνευμένο επειδή δεν υπάρχουν οι κοινωνικές δυνάμεις. Επειδή το παγκόσμιο προλεταριάτο (2,5 με 3 δισεκατομμύρια πρόσωπα) στο σύνολό του δεν μπορεί να θεωρηθεί ως "μια τάξη για τον εαυτό της". Υπάρχει μια πελώρια απόσταση που πρέπει να διανυθεί, προκειμένου να γίνει "μια τάξη για τον εαυτό της". Είναι δύσκολο να συμβάλουμε στην κάλυψη αυτής της απόστασης με πρόσωπα τα οποία ζουν με λιγότερα από 2 δολάρια τη μέρα. Πώς να μπορέσεις να μιλήσεις για τα περιβαλλοντικά προβλήματα σε μια γυναίκα στην Αϊτή, που βλέπει τα παιδιά της να πεθαίνουν από πείνα; (...)». *

Δεν υπάρχουν σχόλια: