Αν δεν γίνεις τρομοκράτης στα 20 χρόνια σου, δεν θα γίνεις ποτέ. Γιατί τον δρόμο του ένοπλου αγώνα θα τον ακολουθήσεις είτε γιατί σε πνίγει η απελπισία είτε επειδή ξεχειλίζει μέσα σου μίσος που γεννά βία. Μικρότερο, σε περιορίζει η οικογένεια, μεγαλύτερος θα μετουσιώσεις την απελπισία σε πικρό ρεαλισμό ή θα διοχετεύσεις την ακραία επιθετικότητά σου στο πολύ πιο προσοδοφόρο έγκλημα. Μόνο σε αυτή τη χωρίς κοινωνική πείρα ηλικία, όπου αρχίζεις και γεύεσαι την προσωπική ανεξαρτησία, η απελπισία ή η ακραία επιθετικότητα οδηγούν στην πολιτική τρομοκρατία. Αλλά η απελπισία ή το περίσσευμα μίσους και βίας δεν γίνονται αντιληπτά από τους ίδιους τους νεαρούς ως αίτια για τη συμπεριφορά τους, θα θεωρούσαν υβριστική τέτοια εξήγηση. Ούτε καν οι εξηγήσεις ότι πιθανόν τους κινεί η ανάγκη για δημοσιότητα, για επίδειξη ηρωισμού ή ο ιδεαλισμός του «να αλλάξουμε το συντομότερο δυνατόν αυτόν τον ανυπόφορο κόσμο» θα γίνονταν δεκτές από τους ίδιους. Κατά τη δική τους άποψη, αποτελούν την πρωτοπορία για την επαναστατική αλλαγή. Υποθέτουν ότι μεγάλο μέρος του λαού δεν αντέχει το υπάρχον καθεστώς αλλά διστάζει να ξεσηκωθεί- αυτοί δίνουν το παράδειγμα, δείχνουν πόσο απλό είναι να ασκήσεις βία ενάντια στους καταπιεστές και περιμένουν να ανθίσουν τα λουλούδια που φυτεύουν με τις βόμβες ή τις δολοφονίες. Ας θυμηθούμε ότι κατά τη δεκαετία του 1980 η 17Ν (εικοσάρηδες ήσαν τότε τα μέλη της) διεκδικούσε υπέρ αυτής τις εκατοντάδες χιλιάδες λευκά/άκυρα των εκλογών. Είχαν ψηφίσει έτσι, κατά την άποψή της, όσοι μισούσαν το σύστημα. Κάποια στιγμή αυτές οι μυριάδες σιωπηλοί αντικαθεστωτικοί θα έπαιρναν τα όπλα και η επανάσταση θα νικούσε.
Μπορεί να ήσαν μερικές εκατοντάδες άτομα εκείνη την εποχή που μεσουρανούσε η τρομοκρατική πρακτική τα μέλη των ένοπλων οργανώσεων. Σήμερα δεν πρέπει να ξεπερνούν τις μερικές δεκάδες οι νεαροί που ακολουθούν το μονοπάτι της βίας - στατιστικά, οι τρομοκράτες ήσαν και είναι ανύπαρκτοι ως αριθμητικό μέγεθος, ακόμη και αν συμπεριλάβουμε τους κουκουλοφόρους που στις διαδηλώσεις ασκούν «μαζική», δημόσια, και όχι συνωμοτική βία. Δεν πρέπει να έχουμε καμία αμφιβολία όμως ότι δεν έχουν άδικο όταν θεωρούν τον εαυτό τους πρωτοπορία: εκπροσωπούν σημαντικότατη μερίδα του πληθυσμού, από την άκρα Δεξιά ως την άκρα Αριστερά, που εγκρίνει και επικροτεί τη δράση τους, ακόμη και αν δεν ψηφίζουν λευκό στις εκλογές. Δηλαδή, η πικρή αλήθεια είναι ότι οι εικοσάρηδες τρομοκράτες έχουν μεγαλώσει σε περιβάλλον που ευνοεί τη βία. Η μορφή του πολεμικού ήρωα κυριαρχεί στην ελληνική κουλτούρα, τη λαϊκή και την επίσημη. Ο κλέφτης και ο αντάρτης (του Πόντου ή του ΕΛΑΣ) είναι τιμημένες μορφές από τις πολιτικές ιδεολογίες. Η χώρα παρουσιάζεται ως μικρή και αδύναμη που αντιστέκεται σε ισχυρούς εχθρούς και παλεύει για το δίκιο- αυτό δεν κάνουν και οι τρομοκράτες; Δεν έστειλαν παγιδευμένα δέματα στους ισχυρούς της Γης που μας εκμεταλλεύονται και μας επέβαλαν το μνημόνιο;
Στη χώρα μας υπάρχει μεγάλη ανοχή απέναντι στην πολιτική βία: το να κλείνει κανείς το κέντρο της Αθήνας βασανίζοντας εκατοντάδες χιλιάδες είναι «ειρηνική εκδήλωση». Το να καίγονται μαγαζιά και τράπεζες είναι «δίκαιη διαμαρτυρία», το να καταλαμβάνονται σχολές και λύκεια και να καταστρέφονται είναι «αγώνας για την Παιδεία». Οταν τα όρια της ανεκτής πολιτικής βίας ξεχειλώνουν τόσο πολύ είναι λογικό να εμφανιστεί και ακραία μορφή του ένοπλου αγώνα, ασήμαντο κυματάκι στην πραγματικότητα μέσα στον ωκεανό της πολιτικής βίας στον οποίο είναι εγκλωβισμένη ιστορικά και πολιτιστικά η ελληνική κοινωνία, η μόνη κοινωνία στην Ευρώπη όπου έγινε εμφύλιος πόλεμος και δικτατορία. Οι δεξιοί διανοούμενοι που σε κάθε ευκαιρία υποστηρίζουν ότι τα φαινόμενα πολιτικής βίας είναι δημιούργημα της «μεταπολιτευτικής ιδεολογίας» αποσιωπούν την τρομακτική πολιτική βία που ασκούσαν οι νικητές στην περίοδο ως την πτώση της δικτατορίας.
Και έτσι μπορούμε να καταλάβουμε γιατί αυτές οι λίγες δεκάδες ή εκατοντάδες νεαροί υπάρχουν στην Ελλάδα ενώ δεν υπάρχουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπου η τρομοκρατία είναι πια είδος εισαγόμενο από τις ακραίες ισλαμιστικές οργανώσεις: εκεί η ανεκτή βία είναι πολύ πιο περιορισμένη, θεωρούνται ακραία φαινόμενα οι καταλήψεις και οι βανδαλισμοί, που σε μας είναι συνηθισμένα. Η τρομοκρατία είναι η «ουρά» της στατιστικής κατανομής της βίας, ουρά που στην Ελλάδα φεύγει πολύ πιο πέρα από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, άλλοτε αριστερά και άλλωστε δεξιά.
Ο Μαραθώνιος της Αθήνας ήταν εφέτος λαμπρός γιατί συνδυάστηκε με τα 2.500 χρόνια από τη Μάχη του Μαραθώνα. Οι αθηναίοι οδηγοί έγιναν ανεκτικοί και χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν στο Καλλιμάρμαρο όχι επειδή ξαφνικά αγάπησαν τους δρομείς μακρινών αποστάσεων αλλά γιατί αντιμετώπισαν τον μαραθώνιο σαν την παρέλαση της 25ης Μαρτίου. Οργανώθηκαν συνέδρια, παραστάσεις, ανέβηκαν όπερες, εκδόθηκαν γραμματόσημα για τα 2.500 χρόνιαως και αναμνηστικό κέρμα των δύο ευρώ χύτευσε η Τράπεζα της Ελλάδας προς τιμήν της διαχρονικής «πολεμικής αρετής των Ελλήνων». Θα περίμενε κανείς μεγαλύτερη σοβαρότητα από τον κεντρικό τραπεζίτη της χώρας κ. Προβόπουλο. Γιατί άραγε οι Ιταλοί δεν γιόρτασαν το 2008 τα 2.200 χρόνια από τη μάχη της Ζάμα και τη συντριβή της Καρχηδόνας; Απλώς, γιατί θεωρούν γελοία αυτά που εμείς θεωρούμε σοβαρά.
Είμαστε χώρα που τιμά τον πόλεμο, τον πολεμικό ηρωισμό, τους αγώνες- εθνικούς, κοινωνικούς, ταξικούς. Οι νεαροί τρομοκράτες κάνουν πράξη την ηλίθια εθνική ρητορική που διδάχθηκαν στο σχολείο, που διαδίδουν τα μέντια, που καλλιεργείται στα καφενεία και στα γήπεδα. Για τούτο και μου σφίχτηκε η καρδιά όταν είδα τα παιδικά πρόσωπα των βομβιστών στις εφημερίδες. Είτε απελπισμένοι είτε βίαιοι, είναι θύματα της κυρίαρχης ιδεολογίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου