Του Kevin Featherstone*, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 28/6/2009
Bρισκόμαστε στο μέσο της μεγαλύτερης χρηματοπιστωτικής κρίσης που γνώρισε ποτέ ο κόσμος. Παράλληλα, η παγκόσμια οικονομία διέρχεται τη βαθύτερη και πιο παρατεταμένη ύφεση από την εποχή του κραχ. Οι αποφάσεις που παίρνονται αυτήν τη στιγμή θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό τις επιπτώσεις των δραματικών αυτών φαινομένων στους περισσότερους από εμάς. Στην καλύτερη περίπτωση, το μεσοπρόθεσμο οικονομικό μας μέλλον έχει έλθει τα πάνω - κάτω. Ορισμένοι ειδικοί αρχίζουν να διαβλέπουν φως στην άκρη του τούνελ, αλλά οι απόψεις διίστανται. Το σίγουρο είναι πάντως ότι το χρηματικό κόστος της κρίσης, αλλά και οι απώλειες θέσεων εργασίας, ειδικά μεταξύ των νέων, έχουν λάβει πρωτοφανείς διαστάσεις.
Εντούτοις, ο πολιτικός αντίκτυπός της παραμένει ακόμη ασαφής. Οπως ήταν αναμενόμενο, η δημοφιλία των περισσότερων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων έχει υποστεί πλήγμα εξαιτίας της αποτυχίας τους να αποτρέψουν την κρίση. Τα ποσοστά αποδοχής του Γκόρντον Μπράουν και του Νικολά Σαρκοζί έχουν καταβαραθρωθεί, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι είχε ήδη αρχίσει να χάνει έδαφος πριν ξεσπάσουν τα πρόσφατα σκάνδαλα και ο Χοσέ Λουί Θαπατέρο έχει απολέσει την εμπιστοσύνη της κοινής γνώμης, μόλις 15 μήνες μετά τις εκλογές.
Από την άλλη πλευρά όμως, ορισμένοι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν επλήγησαν όσο θα περίμενε κανείς. Στην Ελλάδα ο Καραμανλής συνεχίζει να θεωρείται καταλληλότερος πρωθυπουργός από τον Παπανδρέου, ενώ στη Γερμανία η «σιδηρά» Αγκελα Μέρκελ παραμένει η δημοφιλέστερη πολιτικός της χώρας. Παράλληλα, το κόμμα του Σαρκοζί τα πήγε αρκετά καλά στις ευρωεκλογές, ενώ οι Σοσιαλιστές του Θαπατέρο αναδείχθηκαν το ισχυρότερο κεντροαριστερό κόμμα στην Ευρώπη.
Στο μεταξύ, η οικονομική κρίση δεν φιγουράρει τόσο συχνά πια στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, αφού την αντικατέστησαν τα σκάνδαλα. Προτιμάμε να ασχολούμαστε με το αν ο Μπερλουσκόνι πλήρωσε ιερόδουλες και με τα προσωπικά έξοδα των Βρετανών βουλευτών που επιβάρυναν τους φορολογουμένους. Ισως και λόγω της αβεβαιότητας που χαρακτηρίζει την οικονομική κρίση, μας έρχεται πιο βολικό να συζητάμε για σκάνδαλα.
Οι παραδοσιακές ιδεολογίες, που βρίσκονταν ήδη σε κρίση, έχουν αναστείλει πλήρως τη λειτουργία τους. Επομένως, λείπει από την κοινή γνώμη το πλαίσιο που θα καθοδηγήσει τις πολιτικές της επιλογές. Παρότι η κίνηση του Τζορτζ Μπους να εθνικοποιήσει τράπεζες συνιστά εντυπωσιακή ιδεολογική μετατόπιση, η κρίση των παραδοσιακών «παραδειγμάτων» και η απεγνωσμένη αναζήτηση λύσεων είναι κάτι παραπάνω από εμφανείς σε ολόκληρη την Ευρώπη. Μέχρι πρότινος, ο Σαρκοζί επέμενε για την ανάγκη να μεταρρυθμιστεί η γαλλική οικονομία, ούτως ώστε να καταστεί πιο ευέλικτη και πιο ανταγωνιστική. Δεν έκρυβε τον θαυμασμό του για το αγγλοσαξονικό μοντέλο και την απογοήτευσή του με τον παραδοσιακό γαλλικό «κρατισμό». Τώρα, ανακρούει πρύμναν, υπερασπίζεται τις αρετές του γαλλικού συστήματος σε εποχές κρίσης και φτάνει στο σημείο να κάνει μαθήματα στο Λονδίνο. Στη βρετανική πρωτεύουσα, η εργατική κυβέρνηση, που είχε εκφράσει την παράδοξη άποψη ότι επικροτεί τον πλουτισμό των ανθρώπων, βρίσκεται πλέον στη δύσκολη θέση να απολογείται για τους τεράστιους μισθούς και τα μπόνους των «αχόρταγων» τραπεζιτών. Ο Μπράουν δέχεται σκληρή κριτική για έλλειψη οράματος ή, με άλλα λόγια, για την ιδεολογική του σύγχυση. Ακόμη και στη Γερμανία, η δημοτικότητα της Αγκελα Μέρκελ εδράζεται εν μέρει στο γεγονός ότι δεν είναι η τυπική δεξιά πολιτικός: πρόκειται για μια κεντρώα υπερασπιστή του μετριοπαθούς συντηρητισμού, η οποία έχει έλθει και σε σύγκρουση με αντιφρονούντες ακόμη και στο ίδιο της το κόμμα.
Η κοινή γνώμη έχει χάσει την υπομονή της και ψάχνει αποδιοπομπαίους τράγους, αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι δεν είναι βέβαιη για το ποιον θα πρέπει να υποστηρίξει. Στη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ιταλία, η αντιπολίτευση είναι σχεδόν υπό διάλυση και δεν φαίνεται ικανή να αποκομίσει πολιτικά οφέλη από την κρίση. Στην Ισπανία, η κεντροδεξιά αντιπολίτευση κατάφερε να κερδίσει, αλλά όχι με αρκετά μεγάλη διαφορά που να της προσδίδει αέρα νίκης. Ακόμη και στη Βρετανία, όπου ο Γκόρντον Μπράουν είναι λιγότερο δημοφιλής και από τον διάβολο, οι Συντηρητικοί δεν έχουν καταφέρει ακόμη να πείσουν ότι αποτελούν αξιόπιστη εναλλακτική λύση.
Αναμφίβολα, οι ευρωεκλογές ανέδειξαν την ενίσχυση της ακροδεξιάς. Την 65η επέτειο από την απόβαση στη Νορμανδία, η Βρετανία εξέλεξε δύο νεοφασίστες στην Ευρωβουλή. Στη Γαλλία, το Εθνικό Μέτωπο του Ζαν Μαρί Λεπέν αποδυναμώθηκε, κυρίως επειδή άρχισε να φλερτάρει ο Σαρκοζί με το κομματικό του ακροατήριο. Οι θέσεις που εξέφρασε πρόσφατα για τη μαντίλα είναι ενδεικτικές της στρατηγικής του. Στο μεταξύ, δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι οι ταραχές που συγκλόνισαν την Ελλάδα και τη Γαλλία δεν θα επαναληφθούν σε μιαν άλλη χώρα, καθώς χάνονται θέσεις εργασίας με αποτέλεσμα να κατηγορούνται οι ξένοι μετανάστες. Από τη Βόρεια Ιρλανδία, όπου γνωρίζουν καλά τι σημαίνουν διακρίσεις, Ρουμάνοι εργάτες επιστρέφουν εσπευσμένα στην πατρίδα τους για να αποφύγουν τους βίαιους προπηλακισμούς.
Εν ολίγοις, η πολιτική μας διέρχεται μεγαλύτερη κρίση και από την οικονομία. Με τα παραδείγματά μας να καταρρέουν και τις θέσεις μας να αλλάζουν συνεχώς, καταφεύγουμε στα διασκεδαστικά σκάνδαλα, τις κρυφές ματιές στην προσωπική ζωή των ηγετών μας και σε θέματα τρόπου ζωής με θρησκευτική ζέση. Διψάμε για αποπροσανατολισμό. Την ίδια στιγμή, το πολιτικό μας σύστημα χάνει τη νομιμοποίησή του και αγνοούμε προβλήματα που θα μας απασχολήσουν μακροπρόθεσμα. Κρατάμε τις πολιτικές μας επιλογές ανοικτές, σε σημείο που οποιοσδήποτε σχεδόν μπορεί αύριο να εκλεγεί πρωθυπουργός. Μένει να δούμε ποιος θα είναι τελικά ο πολιτικός αντίκτυπος της κρίσης.
- * Ο Kevin Featherstone είναι καθηγητής στο London School of Economics, όπου διευθύνει το Ελληνικό Παρατηρητήριο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου