Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2009

Ολοκληρωτισμός, η γεροντική ασθένεια του καπιταλισμού

  • Πέτρος Παπακωνσταντίνου, Το χρυσό παραπέτασμα. Η γέννηση του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, πρόλ.: Κώστας Βεργόπουλος, εκδ. Α.Α. Λιβάνη, σ. 390, 18 ευρώ

Πριν από λίγα χρόνια ακόμη ήταν δύσκολο να αποκαλέσεις τις κοινωνίες στις οποίες ζούμε «ολοκληρωτικές» χωρίς να επισύρεις την οργή όλων, σοσιαλιστών και φιλελεύθερων, παραδοσιοκρατών κι εκσυγχρονιστών... Σήμερα, ο όρος έχει αρχίσει να γλιστράει όλο και πιο φυσικά στα χείλη αρκετών ριζοσπαστών αναλυτών του παρόντος - παρά τους ενδεχόμενους μετριασμούς ή επιφυλάξεις. Ο Τάκης Φωτόπουλος στο πρόσφατο βιβλίο του1 μιλά για «ημιολοκληρωτική αντιπροσωπευτική "δημοκρατία"», ενώ ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου χρησιμοποιεί εμβληματικά τον όρο που έχει από καιρό εμφανιστεί στις αναλύσεις του ΝΑΡ (πολιτικού ρεύματος από το οποίο ο ίδιος προέρχεται) «ολοκληρωτικός καπιταλισμός», διευκρινίζοντας ότι πρόκειται ακριβέστερα για την «ολιγαρχική-νεοαπολυταρχική μετάλλαξη του καπιταλισμού» ενόσω εισέρχεται στη φάση τού γεροντικού μαρασμού του. Ο Ignacio Ramonet -διαλέγω στην τύχη σχεδόν από μεγάλο αριθμό πρόσφατων αναφορών- δημοσιεύει βαρυσήμαντο άρθρο με τίτλο «Ολοκληρωτικός κοινωνικός έλεγχος»2, με προμετωπίδα από το 1984 του Τζορτζ Οργουελ, πάνω στα σύγχρονα ηλεκτρονικά μέσα παρακολούθησης και καταγραφής και τη χρήση τους από τα δυτικά κράτη... Σε κάθε περίπτωση, εδραιώνεται βαθμιαία η αίσθηση ότι ο όρος «δημοκρατία» ηχεί όλο και πιο ειρωνικός, ως περιγραφή των τεχνοκεφαλαιοκρατικών Λεβιάθαν που έχουν γίνει οι κοινωνίες στις οποίες είμαστε όλοι εγκλωβισμένοι χωρίς δυνατότητα διαφυγής, στον βαθμό που και όλος ο υπόλοιπος, «μη δυτικός» κόσμος εξομοιώνεται ραγδαία μαζί τους μέσα από τους ιμάντες μεταβίβασης των απολυταρχικών επιταγών τού παγκόσμιου κεφαλαιοκρατικού ελέγχου. Εδραιώνεται βαθμιαία η επίγνωση, σαν να λέμε, ότι η έννοια της δημοκρατίας, με όποιον τρόπο και αν οριστεί (και υπάρχουν δραματικές συζητήσεις επ' αυτού), είναι τερατωδώς ασύμβατη με τον καπιταλισμό, ο οποίος φέρει την ολοκληρωτική δυνατότητα στον γενετικό του κώδικα, στην ίδια του τη δομή.

Ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου, στρατευμένος δημοσιογράφος και συγγραφέας πολιτικών βιβλίων, αρθρογράφος στα έντυπα Πριν και Ουτοπία, είναι περισσότερο γνωστός στο ευρύ κοινό ως αναλυτής της διεθνούς πολιτικής στην εφημερίδα Καθημερινή (απ' όπου τον «φύσηξε» προσφάτως ο άνεμος ελευθερίας τού καθ' ημάς φιλελευθερισμού...). Το βιβλίο αυτό αντιπροσωπεύει οπωσδήποτε την κορυφαία στιγμή τής έως τώρα δουλειάς του, και πρέπει εκ προοιμίου να πούμε ότι μοιάζει να είναι η σπουδαιότερη ανάλυση της παγκόσμιας πραγματικότητας, στο φως της παρούσης κρίσης, που γράφτηκε από έλληνα συγγραφέα και στην Ελλάδα. Υπέρ της είναι η ισορροπία που έχει επιτύχει, δύσκολα κατορθωτή ακόμη και για μεγάλου βεληνεκούς θεωρητικούς, ανάμεσα στο ανυποχώρητο αίτημα για καθολικότητα της οπτικής, από τη μια πλευρά, και στη σώφρονα εμμονή στις εμπειρικές ιδιαιτερότητες των επιμέρους πεδίων και θεμάτων - η αντίσταση, δηλαδή, στον πειρασμό των σχηματικών ολοποιήσεων που αφήνουν την ανάλυση έκθετη στον κίνδυνο της ιδεολογίας (παράδειγμα του οποίου θα ήταν, ας πούμε, η Αυτοκρατορία των Νέγκρι και Χαρντ, αλλά και άλλες, λιγότερο διάσημες απόπειρες). Η αναποκρυπτογράφητη πολυπλοκότητα του σύγχρονου κόσμου, η αδιαφάνεια και το ανεξέλεγκτο των μηχανισμών που ορίζουν την κίνησή του, η ανεξάντλητη πολλαπλότητα των παραμέτρων που υπεισέρχονται και που είναι ανθρωπίνως αδύνατον να ληφθούν υπόψη από μία ατομική σκέψη, είναι λόγοι που κάνουν κάθε τέτοια απόπειρα εξ ορισμού δοκιμαστική και υποκείμενη σε κριτικές αναθεωρήσεις ή διορθώσεις. Το βιβλίο του Πέτρου Πακωνσταντίνου δεν εξαιρείται. Με όλες τις επιμέρους επιφυλάξεις που μπορεί να γεννά σε πολλές ειδικές εκτιμήσεις του, ωστόσο, προσφέρει έναν πολύτιμο μίτο για να προσανατολιστεί κάποιος στον λαβύρινθο της παγκόσμιας πραγματικότητας, με άξονα μια διεισδυτική και αναμφίλογα ριζοσπαστική πολιτική κρίση.

Στα τρία πρώτα κεφάλαια, όπου εξετάζονται κρίσιμες αλλαγές στην οικονομική βάση του συστήματος, διαλύονται αντίστοιχα τρεις διαδεδομένοι ιδεολογικοί μύθοι. Πρώτον, ότι η υπερτροφία του χρηματιστικού κεφαλαίου έναντι του παραγωγικού είναι ένα ριζικά καινοφανές γνώρισμα του καπιταλισμού, το οποίο κατά κάποιον τρόπο καθιστά παρωχημένες τις κλασικές αναλύσεις: δείχνεται ωστόσο με πειστικότητα ότι αφ' ενός, πρόκειται για γενετικό γνώρισμα του καπιταλισμού, αφ' ετέρου, η πλήρης αποσύνδεση του χρηματιστικού κεφαλαίου από το παραγωγικό δεν είναι δυνατή και, κυρίως, σηματοδοτεί απλώς μιαν ανακατανομή του πλούτου στην κορυφή, ο οποίος παράγεται πάντα από την εκμετάλλευση της ζωντανής εργασίας στη βάση. Δεύτερον, ότι η εξάπλωση της «ευέλικτης εργασίας», της βασισμένης στις νέες τεχνολογίες του αυτοματισμού, έχει έναν οιονεί απελευθερωτικό χαρακτήρα και εγκαινιάζει ένα νέο μοντέλο παραγωγής: αντιθέτως, δείχνεται ότι το φορντικό μοντέλο παραγωγής παραμένει σε ισχύ στο μεγαλύτερο ποσοστό της παραγωγικής δραστηριότητας, υπό ραγδαία εξαθλιούμενες συνθήκες μάλιστα (όπως στην περίπτωση της παιδικής είτε κακοπληρωμένης και ανθυγιεινής εργασίας έξω από τις κεφαλαιοκρατικές μητροπόλεις), ενώ κανένα απολύτως απελευθερωτικό στοιχείο δεν έχει αφεαυτής η προσομοίωση του ανθρώπινου με τις υπολογιστικές μηχανές. Τρίτον, ότι οι νεοφιλελεύθερες συνταγές είχαν εξυγιαντικές συνέπειες στην παγκόσμια οικονομία μετά την κρίση υπερσυσώρευσης που εκδηλώθηκε τη δεκαετία του '70: σήμερα, όσο πρόδηλο έχει γίνει το πού οδήγησε η κατάπτυστη «νεοφιλελεύθερη συναίνεση» όλου πρακτικά του πολιτικού φάσματος, άλλο τόσο βέβαιον είναι ότι οι παγκόσμιες ελίτ δεν εγκαταλείπουν την κεντρική λογική της - την ανεύρεση ακόμη πιο αποτελεσματικών τρόπων απόσπασης υπεραξίας από τη διαρκώς υποβαθμιζόμενη ανθρώπινη εργασία.

Στο τέταρτο και το πέμπτο κεφάλαιο ο συγγραφέας εξετάζει τις οικολογικές και πολιτικές επιπτώσεις των παραπάνω αλλαγών στην οικονομική βάση. Πρώτον, δείχνει τη στενή αλληλεξάρτηση της περιβαλλοντικής κρίσης -της οποίας δεν χρειάζεται να ανακεφαλαιώσουμε εδώ τις δραματικότερες όψεις- με τη βασική απόφαση της απεριόριστης ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και με τη συνακόλουθη υπερεκμετάλλευση της ανθρώπινης εργασίας και της φύσης, που οδηγεί στην αναπότρεπτη καταστροφή και των δύο: διορατική είναι η παρατήρηση, ας πούμε, ότι «το πραγματικό, αληθινά εφιαλτικό πρόβλημα της εποχής μας δεν είναι ο "υπερπληθυσμός", αλλά η υπερεκμετάλλευση σε έναν κόσμο όπου, σύμφωνα με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, 4 από τα 6,6 δισεκατομμύρια του πλανήτη ζουν με 1 έως 8 δολάρια ημερησίως, 2,7 δισεκατομμύρια με λιγότερο από 2 δολάρια και 1,2 δισεκατομύριο με λιγότερο από 1 δολάριο» (σελ. 149-150). Με άλλα λόγια, οι αιτίες του οικολογικού εφιάλτη δεν είναι καθόλου τεχνικές, δεν οφείλονται σε κάποιαν «αντικειμενική» σπάνη φυσικών πηγών, αλλά απ' άκρου εις άκρον κοινωνιοπολιτικές και συμφυείς με την τερατώδη ανισοκατανομή πλούτου και ισχύος.3 Δεύτερον, διαλύει τον μύθο της υποτιθέμενης «αποδυνάμωσης του κράτους» και δείχνει απεναντίας τον όλο και πιο ολιγαρχικό μετασχηματισμό του, που «δεν καταργεί την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, αλλά τη μετατρέπει σε άδειο κέλυφος, (ενώ) οι παραδοσιακές διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στη Δεξιά και τη σοσιαλδημοκρατική Αριστερά τείνουν να σβήσουν» (σελ. 183). Η υποτιθέμενη «διεθνής τρομοκρατία» καθώς και ο χαμηλής έντασης κοινωνικός πόλεμος στο εσωτερικό των αναπτυγμένων κοινωνιών, που είναι αποτέλεσμα του διερυνόμενου κοινωνικού αποκλεισμού, γίνονται καταλύτες αυτού του σταδιακού εκφασισμού τού σύγχρονου κράτους αλλά και της σύμπηξης ενός όλο και πιο ιεραρχημένου παγκόσμιου συστήματος εξουσίας.

Τα τρία τελευταία κεφάλαια είναι αφιερωμένα στη διεθνή γεωπολιτική. Αντιστοίχως εδώ ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου δείχνει την εξακολουθητική αναλυτική αξία τής έννοιας του ιμπεριαλισμού, προκειμένου να καταλάβει κάποιος τη δυναμική του παγκόσμιου συστήματος, παρά τις απόπειρες που έχουν γίνει εσχάτως για αντικατάστασή της από ασαφείς θεωρίες περί «παγκοσμιοποίησης». Ορθότατα υποδεικνύει την αυταπάτη όσων μιλούν για έναν ήδη «πολυπολικό κόσμο» -με υποτιθέμενους εναλλακτικούς άξονες, όπως η Ευρώπη, η Κίνα, η Ινδία, η Ρωσία, το «Ισλάμ», κ.ο.κ.-, τη στιγμή που η εξάρτηση όλων αυτών των «ανερχόμενων δυνάμεων» από το ηγεμονικό μπλοκ της Δύσης, με τις ΗΠΑ επικεφαλής, είναι πιο εξοντωτική παρά ποτέ. Βασική του εκτίμηση είναι πάντως ότι η αμερικανική ισχύς βρίσκεται σε διαδικασία μη αναστρέψιμης φθοράς -τα σημάδια έχουν αναγγελθεί σαφώς στον οικονομικό τομέα, για να μην πούμε τον πολιτιστικό, παρά την εμμένουσα στρατιωτική υπεροχή-, χωρίς ακόμη να έχει αναδυθεί σοβαρός υποψήφιος ανταγωνιστής για τη θέση της στο διεθνές σύστημα εξουσίας (που είναι βεβαίως σε μεγάλο βαθμό υπερεθνικό, βασίζεται σε έναν συνασπισμό των παγκόσμιων κεφαλαιοκρατικών ελίτ υπό την αναγνωρισμένη ηγεμονία ενός κυρίαρχου εθνοκρατικού σχηματισμού)· και αυτό είναι που καθιστά την αμερικανική υπερδύναμη εξαιρετικά επικίνδυνη, αυτή τη στιγμή, καθώς φαίνεται διατεθειμένη (και ικανή) να παρασύρει ολόκληρη την οικουμένη μαζί της στην άβυσσο.

Φυσικά, η επισήμανση κάποιων κύριων αξόνων όπως οι παραπάνω δεν επιτρέπει ακόμα να δει κάποιος όλο τον πλούτο των αναλύσεων του βιβλίου. Εν πάση περιπτώσει, ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου ανήκει σ' εκείνους που έχουν εγκαταλείψει την αυταπάτη ότι η παρούσα κοινωνική δομή επιδέχεται βελτιώσεις, εκδημοκρατισμό ή κάποιου είδους εξημέρωση· η «γενικευμένη θρόμβωση», όπως περιγράφει στο τελευταίο του κεφάλαιο την παρούσα κρίση του καπιταλισμού, αφήνει ανοιχτές μόνο τις πιο ακραίες δυνατότητες: την πλήρη στροφή σε αυτό που αποκαλεί «ολοκληρωτικό καπιταλισμό», με ανυπολόγιστα οδυνηρές συνέπειες για την ανθρωπότητα και το γήινο οικοσύστημα, ή την έλευση ενός πραγματικού σοσιαλισμού, με παγκόσμια ισοκατανομή του πλούτου και εργασιακή αυτοδιαχείριση (έλευση για την οποία θεωρεί τις υλικές και τις τεχνολογικές προϋποθέσεις πιο ώριμες απ' ό,τι πριν από 30 χρόνια). Θα μπορούσε κάποιος να κρίνει ως ελαφρώς υπεραισιόδοξη την τελευταία εκτίμηση - κάτι το οποίο συνδέεται, στα δικά μας μάτια τουλάχιστον, με την τάση του να μετριάζει την έννοια του «ολοκληρωτισμού» που ο ίδιος χρησιμοποιεί. Μήπως η ομοιότητα των σύγχρονων πολιτικών μηχανισμών με το ναζιστικό κράτος είναι πολύ βαθύτερη απ' όσο ο ίδιος είναι διατεθειμένος να παραδεχτεί; Μήπως η χειραγώγηση της ανθρώπινης φύσης είναι τόσο συντριπτική πλέον ώστε κάθε υποκειμενική παρόρμηση των ανθρώπων για ελευθερία και χειραφέτηση να έχει αμετάκλητα εξαρθρωθεί; Και, αν είναι έτσι, ποιο συλλογικό υποκείμενο άραγε θα μπορέσει να αναλάβει το έργο της καταστροφής και της ριζικής ανοικοδόμησης που είναι αναγκαίο για να δοθεί τέλος στην καλπάζουσα βαρβαρότητα;

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Βλ. Τάκης Φωτόπουλος, Η παγκόσμια κρίση, η Ελλάδα και το αντισυστημικό κίνημα: ημιολοκληρωτική «δημοκρατία» ή περιεκτική δημοκρατία; (Κουκκίδα, Αθήνα 2009).

2. Ελευθεροτυπία, 7 Ιουνίου 2009.

3. Στο σημείο αυτό ο συγγραφέας παραπέμπει στον Τάκη Φωτόπουλο, από το άρθρο του «Beyond Statism and Market Economy», Democracy and Nature, vol. 3, 2, σελ. 89. Ιδού όλο το παράθεμα: «Είναι λογικό να υποθέσουμε ότι, άπαξ και η οικονομία της αγοράς αντικατασταθεί από μια δημοκρατικά διαχειριζόμενη και βασισμένη στην κοινότητα οικονομία, τότε η δυναμική "ανάπτυξη ή θάνατος" της πρώτης θα αντικατασταθεί από τη νέα κοινωνική δυναμική της τελευταίας: μια δυναμική που αποσκοπεί στην ικανοποίηση των αναγκών της κοινότητας και όχι στην ανάπτυξη αυτή καθεαυτήν».

Δεν υπάρχουν σχόλια: