- Ρέμο Μποντέι: «Μειώνεται δραστικά η ικανότητα να σκεφτόμαστε ένα συλλογικό μέλλον»
- Το ακόλουθο κείμενο του ιταλού φιλοσόφου Ρέμο Μποντέι είναι απόσπασμα δοκιμίου του, που περιέχεται στο συλλογικό έργο «Religione e democrazia» (Italianieuropei, 2009).
Η δυτική νεωτερικότητα χαρακτηρίζεται από τον πρωταγωνιστικό ρόλο της ανθρώπινης συνείδησης, η οποία θέλει να ελέγξει την πορεία των γεγονότων, αποσπώντας τα από τη θεία πρόνοια και από το πεπρωμένο της φύσης. Το μεγάλο σχέδιο της συνειδητής καθυπόταξης του κόσμου και της ιστορίας γεννιέται μεταξύ του 16ου και του 17ου αιώνα από την επίγνωση ενός κενού αυθεντίας. Κατά τη διάρκεια των θρησκευτικών πολέμων, στη φάση που προηγείται της ειρήνης της Βεστφαλίας του 1648, η αυτοκρατορική εξουσία και η εκκλησία διαιρούνται, τα κράτη συγκρούονται μεταξύ τους και παύει να υπάρχει η άμεση προσχώρηση των ανθρώπων σε καθορισμένες ηθικές και θρησκευτικές αξίες.
Η ατομική συνείδηση υποχρεώνεται γι' αυτό το λόγο να γίνει ένα είδος Ατλαντα, που κρατάει στους ώμους του τον κόσμο, που κρίνει τι είναι αληθινό και τι ψεύτικο, ακριβώς επειδή η εμπιστοσύνη στις πολιτικές και θρησκευτικές αρχές έχει αποδυναμωθεί. Με καρτεσιανούς όρους, το ζητούμενο είνα να εμπιστεύομαι τα φαινόμενα που ανακαλύπτω εγώ, με τη διάνοιά μου, και να μην καθοδηγούμαι απ' όσα δηλώνει η εξουσία.
Ξέρουμε ότι, σύμφωνα με τον Χομπς, «η εξουσία και όχι η αλήθεια νομοθετεί». Αλλά αν η εξουσία δεν πείθει, αν η υπακοή στο νόμο δεν πηγάζει από τη συνείδησή μας, αν έγκειται μόνον σε εξωτερική ευπείθεια, τότε ανοίγει μια ζώνη στην οποία συγκεντρώνεται το κριτικό πνεύμα, όπου υλοποιείται η έξοδος από την κατάσταση της ανωριμότητας και όπου βαθμιαία οι άνθρωποι αρχίζουν να προσανατολίζονται στο μέλλον και να κοιτάζουν προς τα μπρος αντί να κοιτάζουν προς τα πάνω, να επεξεργάζονται σχέδια ελέγχου αυτού του κόσμου αντί να κατευθύνονται κυρίως προς τη μεταθανάτια ζωή. Σε αυτό το σημείο εκδηλώνεται μια ρήξη της κοσμικής σκέψης με τη θρησκευτική παράδοση. Και η πολιτική προβάλλει την αξίωση να αγκαλιάζει όλες τις σφαίρες της ανθρώπινης ύπαρξης, εκτοπίζοντας (άλλοτε ρητά, άλλοτε έμμεσα) τη θρησκευτική διάσταση.
Μετά το 1945 και μετά το 1989, με τη γέννηση ή την αναγέννηση των δημοκρατιών, το τέλος των ευρωπαϊκών ολοκληρωτισμών οδήγησε σε μια μείωση της «πυκνότητας νοήματος» της πολιτικής. Αν και δεν ήταν ο μοναδικός παράγοντας, αυτό ευνόησε την επιστροφή του δημόσιου παρεμβατικού ρόλου των θρησκειών. Η αποδυνάμωση ορισμένων αξιών που διέδιδε η πολιτική, τόσο στην παράδοση των ολοκληρωτισμών όσο και των κομμάτων που τα αποκαλώ ηθικά, γέννησε ένα νέο πρωταγωνιστικό ρόλο των θρησκειών. Ανοιξαν περάσματα νοήματος μέσα από τα οποία περνάει η ιδέα ότι οι δημοκρατίες χρειάζονται το δεκανίκι ή την υποστήριξη της θρησκείας, γιατί διαφορετικά, με τον σχετικισμό τους, θα είναι ανίκανες να καθοδηγηθούν από μόνες τους (...).
Οχι μόνον στο πεδίο της ζωής, αλλά και σε εκείνο της ιστορίας, υπήρξαν βαθιές αλλαγές σε ζητήματα που αναφέρονται στη μειωμένη ικανότητα ελέγχου που έχουν οι άνθρωποι πάνω στα γεγονότα. Μειώνεται πράγματι δραστικά η ικανότητα να σκεφτόμαστε ένα συλλογικό μέλλον, να το φανταζόμαστε πέρα από τις ατομικές μας προσδοκίες. Η ιστορία εμφανίζεται ορφανή από την εγγενή λογική της, που έπρεπε να την προσανατολίζει προς καθορισμένους σκοπούς (η πρόοδος και το βασίλειο της ελευθερίας για τους φιλελεύθερους, η αταξική κοινωνία για τον μαρξισμό). Παρακμάζει η κουλτούρα της αναγκαιότητας, εκείνη που στον 19ο και στον 20ό αιώνα οδήγησε δισεκατομμύρια ανθρώπους να πιστέψουν ότι τα γεγονότα προχωρούν προς μιαν ορισμένη κατεύθυνση, που έχει αναγγελθεί και που είναι προβλέψιμη.
Επί μακρόν, πράγματι, συνηθίσαμε να πιστεύουμε ότι η συνειδητή ανθρώπινη παρέμβαση, που είναι σε θέση να συντομεύσει τον αναγκαίο χρόνο και να μεταφράσει το αναπόφευκτο, ήταν ένα προφανές στοιχείο του πρωταγωνιστικού ρόλου του ανθρώπινου γένους. Κατέπεσε όμως, χωρίς να ανασκευαστεί, η ιδέα μιας μοναδικής ιστορίας προσανατολισμένης σε ένα σκοπό, με αποτέλεσμα η αίσθηση του ζην μέσα στον χρόνο να φαίνεται σήμερα να διασπείρεται σε μια πολλαπλότητα ιστοριών με μικρό «ι».
Ποιοι είναι οι αντίκτυποι αυτής της κατάστασης; Περιορίζομαι να επισημάνω δύο. Ο πρώτος: αν το μέλλον εμφανίζεται ουσιαστικά «απρογραμμάτιστο», αβέβαιο ή ακόμα και τρομερό (εξάντληση των πόρων, υπερθέρμανση του πλανήτη, πείνα για εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπων, τρομοκρατία κ.λπ.), αν φαίνεται να ξεφεύγει από τον έλεγχο των ανθρώπων, αυτό εμφανίζεται ξανά σε πολλούς σαν να βρίσκεται στα χέρια του Θεού. Δεν μπορούμε καν, όπως γινόταν στο παρελθόν, να ζητήσουμε στο όνομα των μελλοντικών γενεών την υλοποίηση εκείνων των επιθυμητών στόχων που πληρώνονται με την αυτοθυσία των τωρινών γενεών (ένα από τα θεμέλια της επαναστατικής ηθικής).
Αυτό σημαίνει όμως μιαν ερήμωση του μέλλοντος ή μιαν ιδιωτικοποίησή του. Υπάρχει έτσι ο κίνδυνος να δημιουργηθεί μια καιροσκοπική ή αρπακτική νοοτροπία, που οδηγεί τους ανθρώπους να αρπάζουν στη στιγμή τα λίγα πλεονεκτήματα που προσφέρονται από τις περιστάσεις. Τα σχέδια που έδιναν συλλογικό νόημα στην ιστορία, τα οποία αποτελούσαν μιαν από τις μορφές αντιστάθμισης των ανεκπλήρωτων ατομικών προσδοκιών, δεν λειτουργούν πλέον.
Ερχομαι στον δεύτερο αντίκτυπο. Αν η ύπαρξη των ατόμων και των κοινοτήτων δεν μπορεί να «προγραμματιστεί» μακροπρόθεσμα, αν οι επαγγελίες επίγειων παραδείσων, που φωτίζονται από τον ήλιο του μέλλοντος, δεν μπορούν να τηρηθούν και αν απουσιάζει η προοπτική μιας καλύτερης ζωής και τα άτομα αισθάνονται συμπιεσμένα στο καθημερινό και στο εφήμερο, τότε οι θρησκείες έχουν περισσότερους λόγους και περισσότερη ενέργεια για να θεμελιώσουν τον δικό τους πρωταγωνιστικό ρόλο (...).
Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2009
Το μέλλον εκτός ελέγχου
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου