ΝΕΕΣ ΕΠΟΧΕΣ
Ν. ΜΟΥΖΕΛΗΣ
Μετά τη σημερινή κρίση, τι είδους κόσμος (κοινωνικοοικονομικός, πολιτικός και πολιτισμικός) θα αναδυθεί τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα; Οι προβλέψεις είναι προβληματικές, αλλά οι προσπάθειες προσδιορισμού πιθανών εναλλακτικών σεναρίων είναι πάντα χρήσιμες.
Ας αρχίσουμε από τη φύση της κρίσης. Στα ΜΜΕ η κρίση του 2008 συχνά συγκρίνεται με αυτή της περιόδου 1929-1932. Υπάρχουν, όμως, σημαντικές διαφορές. Νομίζω ότι η σημερινή χρηματιστική και οικονομική κατολίσθηση δεν θα είναι τόσο βαθιά και τόσο καταστρεπτική όσο εκείνη του Μεσοπολέμου. Και αυτό για τρεις βασικούς λόγους. Πρώτον, το κράτος σήμερα σε σχέση με το προπολεμικό είναι γιγαντιαίο. Οι πόροι που αποσπά από την κοινωνία είναι τεράστιοι. Επιπλέον, οι γνώσεις για τον τρόπο χειρισμού της κρίσης είναι μεγαλύτερες, ενώ λόγω της ψηφιακής επανάστασης η επικοινωνία μεταξύ των κυβερνήσεων είναι αστραπιαία. Για όλους τους παραπάνω λόγους η κρίση είναι πιο ελεγχόμενη και άρα το πιο πιθανόν είναι ότι οι καταστάσεις που θα προκύψουν μετά την κρίση θα έχουν λιγότερο ριζοσπαστικό χαρακτήρα. Διότι αν η κρίση του 1929 οδήγησε στο New Deal του Ρούζβελτ και μετά στο κράτος πρόνοιας και στη «χρυσή εποχή» της Σοσιαλδημοκρατίας (1945-1970), δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα έχουμε μεσοπρόθεσμα μια δεύτερη «χρυσή εποχή» όπου θα υπάρξει ξανά μια ισορροπία μεταξύ της οικονομικής ανάπτυξης, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Η νέα εποχή θα είναι λιγότερο χρυσή και περισσότερο αργυρή ή και χάλκινη. Και αυτό διότι στη βάση του πρώτου σοσιαλδημοκρατικού μετασχηματισμού υπήρχαν μαζικά συνδικάτα και εργατικά κόμματα που σήμερα για διάφορους λόγους έχουν αποδυναμωθεί.
Ζευγάρι Ισπανών εξετάζει σε σουπερμάρκετ της Μαδρίτης τις τιμές τροφίμων προτού προχωρήσει στην αγορά τους
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η οικονομική κρίση βάζει τέλος στη θεοποίηση της αγοράς, την οποία εδώ και 30 χρόνια οι θιασώτες του άναρχου καπιταλισμού επέβαλαν σε παγκόσμια κλίμακα. Αν όχι ο Μαρξ, ο «ξεπερασμένος» Κέινς έρχεται πάλι στο προσκήνιο. Η παραπάνω εξέλιξη, όμως, δεν θα οδηγήσει σε έναν νέο κρατισμό - υπό τη μορφή εθνικοποιήσεων των κυριότερων μέσων παραγωγής. Αν η τωρινή κρίση απαξίωσε τον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό, η κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης έκανε το ίδιο για το οικονομικό μοντέλο του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Το πιο πιθανόν είναι ότι η απαξίωση και του κρατισμού και του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού θα οδηγήσει σε μια πιο πραγματιστική αντιμετώπιση του διλήμματος «κράτος ή αγορά». Η ιδέα ότι μια αμιγώς κρατικοκεντρική ή αμιγώς αγοροκρατική πολιτική μπορεί να εφαρμοστεί κατά καθολικό τρόπο - δηλαδή ανεξαρτήτως πλαισίου ή συγκυρίας - είναι άκρως δογματική. Διότι μπορεί το κράτος σε μερικές περιπτώσεις (π.χ., στην προαγωγή δημόσιων αγαθών) να είναι η καλύτερη λύση για την πλειονότητα των πολιτών, ενώ σε άλλες μια αυστηρά ρυθμιζόμενη αγορά να αποτελεί την πιο συμφέρουσα λύση.
Μια άλλη εσφαλμένη αντίληψη είναι ότι η κρίση θα οδηγήσει σε ένα πλαίσιο όπου οι διαδικασίες που οδηγούν στην παγκοσμιοποίηση θα αμβλυνθούν, ενώ το κράτος θα αποκτήσει ξανά μεγαλύτερη αυτονομία. Αυτή η ιδέα βασίζεται σε ένα μοντέλο που βλέπει ως αντιθετική τη σχέση κράτος - παγκόσμιο σύστημα: δηλαδή όσο η παγκοσμιοποίηση προχωρεί τόσο το κράτος-έθνος συρρικνώνεται. Αυτού του είδους η σχέση δεν ίσχυε ούτε πριν από την κρίση ούτε ισχύει σήμερα. Διότι αν το κράτος με την παγκοσμιοποίηση χάνει λειτουργίες στο εσωτερικό μιας επικράτειας, αποκτά νέες λειτουργίες στον εξωτερικό χώρο. Και είναι ακριβώς για αυτόν τον λόγο που η παγκοσμιοποίηση δεν συρρικνώνει αλλά αντίθετα αυξάνει θεαματικά τους κρατικούς πόρους. Είναι εξίσου προφανές ότι η σημερινή κρίση δεν αμβλύνει αλλά εντείνει την παγκοσμιοποίηση. Το ότι οι ηγέτες όλου του κόσμου (περιλαμβανομένων των κκ. Μπους, Μπράουν και Σαρκοζί) αποφάσισαν ότι η αντιμετώπιση της κρίσης απαιτεί συντονισμό σε παγκόσμια κλίμακα δείχνει ότι η αλληλεξάρτηση μεταξύ κράτων-εθνών εντείνεται ραγδαία.
Βέβαια μετά την κρίση ο χαρακτήρας της παγκοσμιοποίησης θα αλλάξει. Ο άναρχος τρόπος της παγκόσμιας οικονομικής διακυβέρνησης θα δώσει τη θέση του σε ένα πιο πολιτικά ρυθμιζόμενο σύστημα. Αυτό σημαίνει ότι, ενώ πριν από την κρίση η Κεντροαριστερά έπαιζε στο γήπεδο της Δεξιάς, μετά την κρίση μάλλον το αντίθετο θα συμβεί. Πάντως πρέπει να τονιστεί ότι η εντονότερη παγκόσμια ρύθμιση μπορεί να οδηγήσει σε έναν πιο δίκαιο κόσμο, αλλά αυτό δεν είναι καθόλου σίγουρο. Η ρύθμιση μπορεί να έχει έναν κοινωνικά προοδευτικό χαρακτήρα (όπως στη χρυσή εποχή της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας) αλλά μπορεί να συμβεί και το αντίθετο. Μπορεί δηλαδή να οδηγήσει σε πολιτικές οι οποίες θα εντείνουν τις ανισότητες, ιδίως στην παγκόσμια αρένα. Για παράδειγμα, η εντονότερη ρύθμιση είναι συμβατή με την πολιτική της ΕΕ η οποία προστατεύει τα αγροτικά της προϊόντα από αυτά φτωχών χωρών, διαιωνίζοντας έτσι την εξαθλίωση των αγροτικών πληθυσμών στον Τρίτο Κόσμο. Με άλλα λόγια, το σενάριο μιας προοδευτικής ρύθμισης που θα στοχεύει στην αναδιανομή του παγκόσμιου πλούτου και στην εξάλειψη της απόλυτης φτώχειας είναι τόσο πιθανό όσο και αυτό της διαιώνισης της σημερινής απαράδεκτης κατάστασης. Το αν η προοδευτική ή η συντηρητική ρύθμιση θα κυριαρχήσει εξαρτάται από μια σειρά αστάθμητων παραγόντων, όπως η μελλοντική εξέλιξη των νέων κινημάτων, η ικανότητα των συνδικάτων να ξεπεράσουν τον εθνοκεντρικό χαρακτήρα τους, οι σχέσεις του αναπτυγμένου κόσμου με τις ραγδαία εξελισσόμενες οικονομίες της Κίνας, της Ινδίας, της Βραζιλίας κ.ά. Αυτό μας οδηγεί στον ρόλο που οι ΗΠΑ θα παίξουν στον αναδυόμενο κόσμο.
Αποκαμωμένοι αντικριστές της Wall Street μετά από μια δύσκολη συνεδρίαση
Οπως έχουν δείξει διάφορες πολιτικές αναλύσεις (βλ., π.χ., Μ. Hardt και Α. Negri), το αμερικανικό imperium ακόμη και πριν από την κρίση είχε πάρει την κατιούσα. Ο πόλεμος στο Ιράκ και η παγκόσμια οικονομική κρίση έχουν επιταχύνει σημαντικά αυτή την καθοδική πορεία. Μεσοπρόθεσμα δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στο πέρασμα από το σημερινό μονοπολικό σύστημα παγκόσμιας διακυβέρνησης σε ένα πολυπολικό σύστημα μέσα στο οποίο οι ΗΠΑ θα είναι απλώς ένας από τους σημαντικούς παίκτες στη γεωπολιτική αρένα. Σε αυτή τη διαδικασία η συντριπτική ήττα των νεοσυντηρητικών «γερακιών» και η ανάδειξη του Μπαράκ Ομπάμα σε πρόεδρο των ΗΠΑ μπορεί να βοηθήσει στο να επιτευχθεί το άνοιγμα του παγκόσμιου πολιτικοοικονομικού συστήματος κατά ομαλό, φιλειρηνικό τρόπο. Σε αυτό μπορεί να βοηθήσει επίσης η ΕΕ - αν βέβαια προχωρήσει στην πολιτική της ενοποίηση. Η ενοποίηση είναι πιο πιθανή, αφού είναι πλέον προφανές ότι ακόμη και στο επίπεδο της ενιαίας αγοράς δεν είναι δυνατόν να λειτουργήσει η ΕΕ αποτελεσματικά χωρίς τον συνδυασμό νομισματικών και πολιτικοοικονομικών μέτρων διακυβέρνησης.
Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις της ΕΕ με τον υπόλοιπο κόσμο, είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς ποια θα είναι η ισορροπία ισχύος μεταξύ των ισχυρών της Γης. Πάντως η χρεοκοπία της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας, η εκλογή του Ομπάμα, η σταδιακή έκλειψη της αμερικανικής ηγεμονίας και η πιθανή πολιτική ενοποίηση της ΕΕ θα δημιουργήσουν τις αναγκαίες αλλά όχι και τις ικανές συνθήκες για μια παγκόσμια διακυβέρνηση ευαίσθητη στα κοινωνικά και οικολογικά προβλήματα του πλανήτη.
Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι το πέρασμα από τη βάρβαρη νεοφιλελεύθερη σε μια πιο ανθρώπινη νεοσοσιαλδημοκρατική παγκοσμιοποίηση δεν προϋποθέτει τη δημιουργία ενός παγκόσμιου κράτους. Προϋποθέτει μάλλον την αναδιάρθρωση των ήδη υπαρχόντων οργανισμών (π.χ., Παγκόσμια Τράπεζα, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) και την αναβάθμιση του ΟΗΕ από μέσον της αμερικανικής ηγεμονίας σε ένα σύστημα το οποίο θα αντιπροσωπεύει όχι μόνο τα δυτικά συμφέροντα, αλλά και αυτά του περιθωριοποιημένου κόσμου. Προϋποθέτει επίσης νέους παγκόσμιους οργανισμούς που θα κάνουν για την κοινωνία και την οικολογία ό,τι κάνουν οι ήδη υπάρχοντες οργανισμοί για την οικονομία. Για παράδειγμα, στον βαθμό που το εμπόριο δημιουργεί κερδισμένους και χαμένους, γιατί να μην υπάρχει δίπλα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και ένας παγκόσμιος οργανισμός κοινωνικής αλληλεγγύης ο οποίος να στοχεύει στην ενίσχυση των «χαμένων»; Και γιατί να μην υπάρχουν τρόποι φορολογίας της κίνησης κερδοσκοπικών κεφαλαίων που να δημιουργούν πόρους για την κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη υποβαθμισμένων περιοχών του πλανήτη; Βέβαια η περίφημη πρόταση Tobin για έναν τέτοιο φόρο κρίθηκε από νεοκλασικούς οικονομολόγους (και μεταγενέστερα από τον ίδιο τον Tobin) ανεφάρμοστη. Αυτό όμως πριν από την κρίση. Μπορεί μέσα στη νέα, πιο ρυθμιζόμενη παγκόσμια οικονομία ένας παρόμοιος (με την πρόταση Tobin) φόρος να είναι πολύ πιο εφικτός. Διότι το πρόβλημα της φορολογίας του παγκόσμιου κερδοσκοπικού κεφαλαίου, καθώς και η κατάργηση των «φορολογικών παραδείσων» είναι λιγότερο τεχνικά και περισσότερο πολιτικά θέματα.
Η οικονομική κρίση - τα αποτελέσματα της οποίας (σε σύγκριση με την κρίση του 1929-32) θα είναι λιγότερο καταστρεπτικά - θα οδηγήσει στην αποδυνάμωση της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας και στην πιο αυστηρή ρύθμιση μιας ραγδαία εντεινόμενης παγκοσμιοποίησης. Η ρύθμιση, χωρίς να είναι σίγουρο, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα μια νεοσοσιαλδημοκρατική διακυβέρνηση σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά και στο επίπεδο του κράτους-έθνους. Μια διακυβέρνηση η οποία θα στοχεύει σε έναν λιγότερο βάρβαρο, πιο ανθρώπινο καπιταλισμό. Το αν θα συμβεί κάτι τέτοιο εξαρτάται κυρίως από τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που θα αναδυθούν μέσα στο πλαίσιο ενός πολυπολικού παγκόσμιου συστήματος, ενός συστήματος όπου οι ΗΠΑ δεν θα παίζουν πια τον κυρίαρχο ρόλο. Τέλος, πολιτισμικά, ο άκρατος νεοφιλελεύθερος καταναλωτισμός μπορεί να αμβλυνθεί. Μπορεί να δούμε, κυρίως στον χώρο της νέας γενιάς, ένα πέρασμα από τη σημερινή εγωκεντρική - υλιστική σε μια πιο αλτρουιστική - πνευματική νοηματοδότηση του σύγχρονου βίου.
Στον πολιτισμικό χώρο, είναι σχεδόν βέβαιο ότι το πρότυπο του νεαρού γιάπη ο οποίος άπληστα συσσωρεύει πλούτο και βρίσκει το νόημα της ζωής σε μια άνευ ορίων κατανάλωση θα πάψει να παίζει τον πιο κεντρικό ρόλο στη διαμόρφωση ταυτοτήτων. Ηδη πριν από την κρίση παρατηρούμε μια στροφή ενός σημαντικού μέρους της νεολαίας από το χρηματιστήριο και την ανεγκέφαλη κατανάλωση σε έναν λιγότερο υλιστικό, πιο ποιοτικό, ακόμη και πνευματικό τρόπο ζωής (βλ. R. Inglehart). Δεν είναι τυχαίο ότι στη Δύση παρατηρούμε την αναβίωση της θρησκευτικότητας εντός, αλλά και εκτός των μεγάλων θρησκευτικών παραδόσεων (βλ. π.χ. Ρ. Heelas και W.C. Roof). Ετσι αν μία από τις αντιδράσεις στον άναρχο καπιταλισμό και στον δυτικό καταναλωτισμό είναι ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός, μια εκ διαμέτρου αντίθετη αντίδραση είναι η ανάπτυξη μιας νέας, αντιδογματικής θρησκευτικότητας ή/και μιας κοσμικής πνευματικότητας στον δυτικό κόσμο (βλ. το άρθρο μου στο «Βήμα της Κυριακής», 27.4.08). Τέλος, μια τρίτη αντίδραση είναι ένας νέος πολιτικός ακτιβισμός (εντός των συμβατικών κομμάτων, αλλά και στον χώρο των νέων κινημάτων) ο οποίος επικεντρώνεται στα προβλήματα της παγκόσμιας φτώχειας, της οικολογικής καταστροφής του πλανήτη κτλ. Και βέβαια η εκλογή Ομπάμα στις ΗΠΑ μπορεί να μην οδηγήσει σε ριζικές αλλαγές στον χώρο των κοινωνικοοικονομικών δομών, σίγουρα όμως θα αλλάξει τις συμβολικές δομές της αμερικανικής κουλτούρας.
Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής της Κοινωνιολογίας στην LSE.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου