Ηδη από την πρώτη έκδοσή του, πριν από εκατόν πενήντα χρόνια ακριβώς, το βιβλίο του Δαρβίνου για την «Καταγωγή των Ειδών» θα πυροδοτήσει αντιφατικές και άκρως εμπαθείς αντιδράσεις: από την οργισμένη αποδοκιμασία έως την πιο θερμή αλλά και συχνά άκριτη επιδοκιμασία.
Από την πρώτη της εμφάνιση μέχρι σήμερα, η δαρβινική θεωρία γνώρισε την επιδοκιμασία των περισσότερων ειδημόνων, επειδή ήταν η πρώτη εύλογη και κυρίως εμπειρικά τεκμηριωμένη εξήγηση των πολυάριθμων δεδομένων που είχαν καταφέρει να συλλέξουν οι φυσιοδίφες σχετικά με την ιστορία της ζωής πάνω στον πλανήτη μας.
Ειδικότερα, η θεωρία της φυσικής επιλογής, η σημαντικότερη ανακάλυψη του Δαρβίνου, φάνηκε να προσφέρει μια πλήρη και σχεδόν μηχανιστική εξήγηση πολλών ζωικών φαινομένων, εντελώς ακατανόητων μέχρι τότε. Εκτός όμως από τους επιστήμονες, οι ιδέες του Δαρβίνου έγιναν ευρύτατα αποδεκτές, και μάλιστα με πρωτοφανή ενθουσιασμό, από όλους τους ελευθεριακούς στοχαστές, φιλοσόφους και μορφωμένους πολίτες που αντιμετώπιζαν με καχυποψία ή και με εχθρότητα κάθε υπερφυσική, συνήθως θρησκευτική, ερμηνεία της φύσης.
Εύκολα λοιπόν κατανοεί κανείς τις ισχυρές αντιστάσεις και τη φανατική αποδοκιμασία που προκάλεσε από την πρώτη στιγμή η εξελικτική θεωρία: οι περισσότεροι φοβήθηκαν ότι η αποδοχή της θα ανέτρεπε την παγιωμένη, επί πολλούς αιώνες, κοινωνική αντίληψη μιας τέλεια σχεδιασμένης «φυσικής τάξης πραγμάτων», καθώς και την ιδιαίτερη θέση του ανθρώπου ως κορωνίδας της δημιουργίας. Αυτή η αντίληψη περί «ευφυούς σχεδιασμού» από έναν πάνσοφο Δημιουργό θεωρούσαν ότι αποτελεί όχι μόνο την προϋπόθεση της θρησκείας και της ηθικής αλλά και το θεμέλιο της ίδιας της κοινωνίας.
Τίποτα, ωστόσο, δεν απέχει περισσότερο από την αλήθεια από την εικόνα του Κάρολου Δαρβίνου ως υποχθόνιου κοινωνικού ανατροπέα. Πρόκειται, αντίθετα, για έναν μάλλον συντηρητικό βικτοριανό ερευνητή που πραγματοποίησε μια μεγάλη επιστημονική ανακάλυψη. Και όπως συμβαίνει συνήθως, οι συνέπειες κάθε μεγάλης επιστημονικής ανακάλυψης υπερβαίνουν τις προθέσεις του δημιουργού της. Και βέβαια επιφέρουν μια βαθιά ρήξη στις κυρίαρχες γνωστικές αξίες της εποχής.
Η καλύτερη ίσως απόδειξη αυτού του γεγονότος είναι η γοητευτική, και άκρως διδακτική, περιπέτεια της μεταμόρφωσης του Δαρβίνου από αφελή δημιουργιστή, που πίστευε στην αμεταβλητότητα, δηλαδή στη σταθερότητα των βιολογικών ειδών, σε πεπεισμένο εξελικτιστή που όχι μόνο αρνήθηκε κάθε δυνατότητα ύπαρξης ενός «ευφυούς σχεδιασμού», αλλά κυρίως ανακάλυψε, πρώτος αυτός, μια εύλογη εξήγηση της πολυμορφίας της ζωής στον πλανήτη μας (βλ. σχετικά άρθρα μας στην «Ε» 10-01-09 και 17-01-09).
Μολονότι ιδιαίτερα εντυπωσιακή, αυτή η σταδιακή μεταστροφή του Δαρβίνου προς νέες ανατρεπτικές εξελικτικές αντιλήψεις δεν μπορεί καθόλου να συγκριθεί με την ασύλληπτη περιπέτεια της μεταμόρφωσης των δαρβινικών ιδεών τα επόμενα 150 χρόνια.
Γεγονός που υποδηλώνει όχι μόνο το μεγάλο ενδιαφέρον για το θέμα του βιβλίου αλλά κυρίως τη συστηματική προπαγάνδα και την αναμονή αυτής της έκδοσης από τους πολιτιστικούς κύκλους της Αγγλίας. Και όπως σημειώνει, με κάποια υπερηφάνεια, ο Δαρβίνος στην «Αυτοβιογραφία» του, και τα επόμενα 3.000 αντίτυπα της δεύτερης έκδοσης εξαντλήθηκαν πολύ σύντομα.
Τα αμέσως επόμενα χρόνια το βιβλίο αυτό θα γνωρίσει πολλές επανεκδόσεις και θα μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες του κόσμου, ενώ παντού θα διαβαστεί ως το θεωρητικό μανιφέστο μιας ριζικής επιστημονικής-πολιτιστικής ανατροπής. Η ταχύτατη διάδοση των εξελικτικών ιδεών κατά τα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα δεν οφείλεται τόσο στην επιστημονική επάρκεια της νέας θεωρίας. Πρέπει να εξηγηθεί μάλλον ως κοινωνικό φαινόμενο ή ως ιστορική αναγκαιότητα, που ο δαρβινισμός ως νέα κοσμοαντίληψη ήρθε να καλύψει την κατάλληλη στιγμή!
Πράγματι, πολλά ήταν τα ενοχλητικά ερωτήματα στα οποία η δαρβινική θεωρία δεν μπορούσε ή δεν ήταν σε θέση να απαντήσει. Για παράδειγμα, ο Δαρβίνος αγνοούσε παντελώς -όπως και όλοι οι βιολόγοι της εποχής του- με ποιο μηχανισμό παράγονται οι γενετικές αλλαγές και πώς αυτές κληρονομούνται στους απογόνους ώστε να δημιουργείται η αναγκαία ποικιλομορφία πάνω στην οποία δρα η φυσική επιλογή. Επίσης, η θεωρία του περί βαθμιαίας εξέλιξης, που πραγματοποιείται δηλαδή μόνο σταδιακά με μικρά εξελικτικά βηματάκια, δεν επιβεβαιωνόταν καθόλου από τις ανακαλύψεις της παλαιοντολογίας.
Αυτά τα εξηγητικά κενά και οι εμφανείς ανεπάρκειες της δαρβινικής θεωρίας δεν υποβιβάζουν καθόλου, όπως κατά καιρούς υποστηρίζουν οι διάφοροι σκοταδιστές, την αξία της δαρβινικής επανάστασης. Εξάλλου, μέχρι σήμερα δεν έχει εμφανιστεί καμία επιστημονική θεωρία που να είναι ικανή να απαντά σε όλα μας τα ερωτήματα. Τελικά, όποιος αναζητά πλήρεις και οριστικές «εξηγήσεις» θα πρέπει μάλλον να στραφεί στη θεολογία ή στη μεταφυσική και όχι στην επιστήμη.
Για πολλές δεκαετίες μετά τη διατύπωση των θεωριών του Δαρβίνου, η επιστήμη της Βιολογίας ταλανιζόταν από σφοδρότατες διαμάχες μεταξύ δαρβινιστών και αντιδαρβινιστών. Η ανάπτυξη μάλιστα της νέας επιστήμης της γενετικής, στις αρχές του εικοστού αιώνα, φάνηκε να διαψεύδει οριστικά τη δαρβινική θεωρία.
Η ανακάλυψη των μηχανισμών κληρονόμησης των διακριτών και εξαιρετικά σταθερών γενετικών «παραγόντων» που αργότερα ονομάστηκαν «γονίδια» θεωρήθηκε αρχικά ότι αποτελούσε την ταφόπλακα των δαρβινικών ιδεών. Ισως γι' αυτό ο Julian Huxley, επιφανής βιολόγος και εγγονός του μεγάλου δαρβινιστή Thomas Huxley, περιέγραψε την περίοδο από το 1900 - 1940 ως πλήρη «έκλειψη του δαρβινισμού».
Πράγματι, η επιστήμη της ζωής ήταν βαθύτατα διχασμένη σε δύο στρατόπεδα: τους εξελικτικούς βιολόγους και τους γενετιστές-βιοχημικούς. Καμία δυνατότητα επικοινωνίας, πόσω μάλλον συνεννόησης, δεν υπήρχε ανάμεσα σε αυτές τις δύο τόσο διαφορετικές -θεωρητικά και μεθοδολογικά- προσεγγίσεις των ζωικών φαινομένων.
Η κατάσταση ευτυχώς άρχισε να αλλάζει κατά τη δεκαετία του 1930, με την εμφάνιση μιας νέας γενιάς ερευνητών που γνώριζαν σε βάθος τη γλώσσα τόσο της γενετικής όσο και της εξελικτικής βιολογίας. Οι πρωταγωνιστές αυτής της πρωτότυπης γενετικής επανερμηνείας του δαρβινισμού ήταν ο ρωσικής καταγωγής Αμερικανός γενετιστής Τ. Dobzansky, ο γερμανικής καταγωγής Αμερικανός ζωολόγος Ε. Mayr, ο Βρετανός βιολόγος J. Huxley και ο Αμερικανός παλαιοντολόγος G. Simpson.
Αυτοί οι περίεργοι «γεφυροποιοί» κατάφεραν, μέσα σε μία δεκαετία, να ανατρέψουν πλήρως την κατάσταση. Με το πρωτοποριακό ερευνητικό τους έργο αυτοί οι «νεοδαρβινιστές» απέδειξαν ότι η φυσική επιλογή δεν είναι μια δύναμη εξελικτικής αλλαγής της οποίας οι συνέπειες γίνονται ορατές μόνο μετά από πολύ μεγάλα χρονικά διαστήματα. Είναι ένα μετρήσιμο φυσικό φαινόμενο που μπορεί κάλλιστα να μελετηθεί πειραματικά στα εργαστήρια των γενετιστών και αργότερα των μοριακών βιολόγων.
Βέβαια, η επικράτηση της νεοδαρβινικής «ορθοδοξίας» επέβαλε κάποιες σημαντικές διαφοροποιήσεις από τις αρχικές εξελικτικές ιδέες του Δαρβίνου. Για παράδειγμα, εκεί που ο Δαρβίνος πίστευε ότι η βασική εξελικτική μονάδα ήταν ο οργανισμός στο σύνολό του, τώρα η δράση της φυσικής επιλογής επεκτείνεται αφενός στα γονίδια και αφετέρου στους πληθυσμούς των οργανισμών.
Οσο για κάποιες έννοιες-κλειδιά της δαρβινικής σκέψης, όπως «προσαρμογή» και «επιβίωση του καταλληλότερου», αυτές οφείλουν πλέον να υποκατασταθούν από τις νέες έννοιες της «αναπαραγωγικής επιτυχίας» και της «διαφορικής αναπαραγωγής». Και αυτή η λεπτή θεωρητική μετατόπιση από τους οργανισμούς στα γονίδιά τους καθώς και η εντυπωσιακή είσοδος των μεθόδων της μοριακής βιολογίας έμελλε να περιορίσουν την εξελικτική σκέψη σε ακόμη πιο ακραίες γονιδιοκεντρικές αντιλήψεις. Οπως οι σύγχρονες απλοϊκές -και άκρως απλουστευτικές- δοξασίες περί «εγωιστικών γονιδίων», στα οποία υποτίθεται ότι επικεντρώνεται και εξαντλείται το πολύπλοκο παιχνίδι της εξέλιξης.
Ελπίζουμε αυτή η πολύ συνοπτική παρουσίαση να κατάφερε να αναδείξει τον πλούτο και την εξαιρετικά δημιουργική ανάπτυξη των εξελικτικών ιδεών. Και δεν πρόκειται καθόλου για μια γραμμική και προδιαγεγραμμένη πορεία αλλά μάλλον για μια συνεχή διαφοροποίηση, που πραγματώνεται μέσα από ριζικές επιστημολογικές τομές, απρόσμενες εννοιολογικές μετατοπίσεις και βαθιές μεθοδολογικές διαφοροποιήσεις. Ποιος μπορεί να φανταστεί ποιες εκπλήξεις μας επιφυλάσσει η μελλοντική ανάπτυξη των σημερινών «αιρετικών» εξελικτικών απόψεων; *
Από την πρώτη της εμφάνιση μέχρι σήμερα, η δαρβινική θεωρία γνώρισε την επιδοκιμασία των περισσότερων ειδημόνων, επειδή ήταν η πρώτη εύλογη και κυρίως εμπειρικά τεκμηριωμένη εξήγηση των πολυάριθμων δεδομένων που είχαν καταφέρει να συλλέξουν οι φυσιοδίφες σχετικά με την ιστορία της ζωής πάνω στον πλανήτη μας.
Ειδικότερα, η θεωρία της φυσικής επιλογής, η σημαντικότερη ανακάλυψη του Δαρβίνου, φάνηκε να προσφέρει μια πλήρη και σχεδόν μηχανιστική εξήγηση πολλών ζωικών φαινομένων, εντελώς ακατανόητων μέχρι τότε. Εκτός όμως από τους επιστήμονες, οι ιδέες του Δαρβίνου έγιναν ευρύτατα αποδεκτές, και μάλιστα με πρωτοφανή ενθουσιασμό, από όλους τους ελευθεριακούς στοχαστές, φιλοσόφους και μορφωμένους πολίτες που αντιμετώπιζαν με καχυποψία ή και με εχθρότητα κάθε υπερφυσική, συνήθως θρησκευτική, ερμηνεία της φύσης.
Εύκολα λοιπόν κατανοεί κανείς τις ισχυρές αντιστάσεις και τη φανατική αποδοκιμασία που προκάλεσε από την πρώτη στιγμή η εξελικτική θεωρία: οι περισσότεροι φοβήθηκαν ότι η αποδοχή της θα ανέτρεπε την παγιωμένη, επί πολλούς αιώνες, κοινωνική αντίληψη μιας τέλεια σχεδιασμένης «φυσικής τάξης πραγμάτων», καθώς και την ιδιαίτερη θέση του ανθρώπου ως κορωνίδας της δημιουργίας. Αυτή η αντίληψη περί «ευφυούς σχεδιασμού» από έναν πάνσοφο Δημιουργό θεωρούσαν ότι αποτελεί όχι μόνο την προϋπόθεση της θρησκείας και της ηθικής αλλά και το θεμέλιο της ίδιας της κοινωνίας.
Τίποτα, ωστόσο, δεν απέχει περισσότερο από την αλήθεια από την εικόνα του Κάρολου Δαρβίνου ως υποχθόνιου κοινωνικού ανατροπέα. Πρόκειται, αντίθετα, για έναν μάλλον συντηρητικό βικτοριανό ερευνητή που πραγματοποίησε μια μεγάλη επιστημονική ανακάλυψη. Και όπως συμβαίνει συνήθως, οι συνέπειες κάθε μεγάλης επιστημονικής ανακάλυψης υπερβαίνουν τις προθέσεις του δημιουργού της. Και βέβαια επιφέρουν μια βαθιά ρήξη στις κυρίαρχες γνωστικές αξίες της εποχής.
Η καλύτερη ίσως απόδειξη αυτού του γεγονότος είναι η γοητευτική, και άκρως διδακτική, περιπέτεια της μεταμόρφωσης του Δαρβίνου από αφελή δημιουργιστή, που πίστευε στην αμεταβλητότητα, δηλαδή στη σταθερότητα των βιολογικών ειδών, σε πεπεισμένο εξελικτιστή που όχι μόνο αρνήθηκε κάθε δυνατότητα ύπαρξης ενός «ευφυούς σχεδιασμού», αλλά κυρίως ανακάλυψε, πρώτος αυτός, μια εύλογη εξήγηση της πολυμορφίας της ζωής στον πλανήτη μας (βλ. σχετικά άρθρα μας στην «Ε» 10-01-09 και 17-01-09).
Μολονότι ιδιαίτερα εντυπωσιακή, αυτή η σταδιακή μεταστροφή του Δαρβίνου προς νέες ανατρεπτικές εξελικτικές αντιλήψεις δεν μπορεί καθόλου να συγκριθεί με την ασύλληπτη περιπέτεια της μεταμόρφωσης των δαρβινικών ιδεών τα επόμενα 150 χρόνια.
- Η νεοδαρβινική σύνθεση
Γεγονός που υποδηλώνει όχι μόνο το μεγάλο ενδιαφέρον για το θέμα του βιβλίου αλλά κυρίως τη συστηματική προπαγάνδα και την αναμονή αυτής της έκδοσης από τους πολιτιστικούς κύκλους της Αγγλίας. Και όπως σημειώνει, με κάποια υπερηφάνεια, ο Δαρβίνος στην «Αυτοβιογραφία» του, και τα επόμενα 3.000 αντίτυπα της δεύτερης έκδοσης εξαντλήθηκαν πολύ σύντομα.
Τα αμέσως επόμενα χρόνια το βιβλίο αυτό θα γνωρίσει πολλές επανεκδόσεις και θα μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες του κόσμου, ενώ παντού θα διαβαστεί ως το θεωρητικό μανιφέστο μιας ριζικής επιστημονικής-πολιτιστικής ανατροπής. Η ταχύτατη διάδοση των εξελικτικών ιδεών κατά τα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα δεν οφείλεται τόσο στην επιστημονική επάρκεια της νέας θεωρίας. Πρέπει να εξηγηθεί μάλλον ως κοινωνικό φαινόμενο ή ως ιστορική αναγκαιότητα, που ο δαρβινισμός ως νέα κοσμοαντίληψη ήρθε να καλύψει την κατάλληλη στιγμή!
Πράγματι, πολλά ήταν τα ενοχλητικά ερωτήματα στα οποία η δαρβινική θεωρία δεν μπορούσε ή δεν ήταν σε θέση να απαντήσει. Για παράδειγμα, ο Δαρβίνος αγνοούσε παντελώς -όπως και όλοι οι βιολόγοι της εποχής του- με ποιο μηχανισμό παράγονται οι γενετικές αλλαγές και πώς αυτές κληρονομούνται στους απογόνους ώστε να δημιουργείται η αναγκαία ποικιλομορφία πάνω στην οποία δρα η φυσική επιλογή. Επίσης, η θεωρία του περί βαθμιαίας εξέλιξης, που πραγματοποιείται δηλαδή μόνο σταδιακά με μικρά εξελικτικά βηματάκια, δεν επιβεβαιωνόταν καθόλου από τις ανακαλύψεις της παλαιοντολογίας.
Αυτά τα εξηγητικά κενά και οι εμφανείς ανεπάρκειες της δαρβινικής θεωρίας δεν υποβιβάζουν καθόλου, όπως κατά καιρούς υποστηρίζουν οι διάφοροι σκοταδιστές, την αξία της δαρβινικής επανάστασης. Εξάλλου, μέχρι σήμερα δεν έχει εμφανιστεί καμία επιστημονική θεωρία που να είναι ικανή να απαντά σε όλα μας τα ερωτήματα. Τελικά, όποιος αναζητά πλήρεις και οριστικές «εξηγήσεις» θα πρέπει μάλλον να στραφεί στη θεολογία ή στη μεταφυσική και όχι στην επιστήμη.
Για πολλές δεκαετίες μετά τη διατύπωση των θεωριών του Δαρβίνου, η επιστήμη της Βιολογίας ταλανιζόταν από σφοδρότατες διαμάχες μεταξύ δαρβινιστών και αντιδαρβινιστών. Η ανάπτυξη μάλιστα της νέας επιστήμης της γενετικής, στις αρχές του εικοστού αιώνα, φάνηκε να διαψεύδει οριστικά τη δαρβινική θεωρία.
Η ανακάλυψη των μηχανισμών κληρονόμησης των διακριτών και εξαιρετικά σταθερών γενετικών «παραγόντων» που αργότερα ονομάστηκαν «γονίδια» θεωρήθηκε αρχικά ότι αποτελούσε την ταφόπλακα των δαρβινικών ιδεών. Ισως γι' αυτό ο Julian Huxley, επιφανής βιολόγος και εγγονός του μεγάλου δαρβινιστή Thomas Huxley, περιέγραψε την περίοδο από το 1900 - 1940 ως πλήρη «έκλειψη του δαρβινισμού».
Πράγματι, η επιστήμη της ζωής ήταν βαθύτατα διχασμένη σε δύο στρατόπεδα: τους εξελικτικούς βιολόγους και τους γενετιστές-βιοχημικούς. Καμία δυνατότητα επικοινωνίας, πόσω μάλλον συνεννόησης, δεν υπήρχε ανάμεσα σε αυτές τις δύο τόσο διαφορετικές -θεωρητικά και μεθοδολογικά- προσεγγίσεις των ζωικών φαινομένων.
Η κατάσταση ευτυχώς άρχισε να αλλάζει κατά τη δεκαετία του 1930, με την εμφάνιση μιας νέας γενιάς ερευνητών που γνώριζαν σε βάθος τη γλώσσα τόσο της γενετικής όσο και της εξελικτικής βιολογίας. Οι πρωταγωνιστές αυτής της πρωτότυπης γενετικής επανερμηνείας του δαρβινισμού ήταν ο ρωσικής καταγωγής Αμερικανός γενετιστής Τ. Dobzansky, ο γερμανικής καταγωγής Αμερικανός ζωολόγος Ε. Mayr, ο Βρετανός βιολόγος J. Huxley και ο Αμερικανός παλαιοντολόγος G. Simpson.
Αυτοί οι περίεργοι «γεφυροποιοί» κατάφεραν, μέσα σε μία δεκαετία, να ανατρέψουν πλήρως την κατάσταση. Με το πρωτοποριακό ερευνητικό τους έργο αυτοί οι «νεοδαρβινιστές» απέδειξαν ότι η φυσική επιλογή δεν είναι μια δύναμη εξελικτικής αλλαγής της οποίας οι συνέπειες γίνονται ορατές μόνο μετά από πολύ μεγάλα χρονικά διαστήματα. Είναι ένα μετρήσιμο φυσικό φαινόμενο που μπορεί κάλλιστα να μελετηθεί πειραματικά στα εργαστήρια των γενετιστών και αργότερα των μοριακών βιολόγων.
Βέβαια, η επικράτηση της νεοδαρβινικής «ορθοδοξίας» επέβαλε κάποιες σημαντικές διαφοροποιήσεις από τις αρχικές εξελικτικές ιδέες του Δαρβίνου. Για παράδειγμα, εκεί που ο Δαρβίνος πίστευε ότι η βασική εξελικτική μονάδα ήταν ο οργανισμός στο σύνολό του, τώρα η δράση της φυσικής επιλογής επεκτείνεται αφενός στα γονίδια και αφετέρου στους πληθυσμούς των οργανισμών.
Οσο για κάποιες έννοιες-κλειδιά της δαρβινικής σκέψης, όπως «προσαρμογή» και «επιβίωση του καταλληλότερου», αυτές οφείλουν πλέον να υποκατασταθούν από τις νέες έννοιες της «αναπαραγωγικής επιτυχίας» και της «διαφορικής αναπαραγωγής». Και αυτή η λεπτή θεωρητική μετατόπιση από τους οργανισμούς στα γονίδιά τους καθώς και η εντυπωσιακή είσοδος των μεθόδων της μοριακής βιολογίας έμελλε να περιορίσουν την εξελικτική σκέψη σε ακόμη πιο ακραίες γονιδιοκεντρικές αντιλήψεις. Οπως οι σύγχρονες απλοϊκές -και άκρως απλουστευτικές- δοξασίες περί «εγωιστικών γονιδίων», στα οποία υποτίθεται ότι επικεντρώνεται και εξαντλείται το πολύπλοκο παιχνίδι της εξέλιξης.
Ελπίζουμε αυτή η πολύ συνοπτική παρουσίαση να κατάφερε να αναδείξει τον πλούτο και την εξαιρετικά δημιουργική ανάπτυξη των εξελικτικών ιδεών. Και δεν πρόκειται καθόλου για μια γραμμική και προδιαγεγραμμένη πορεία αλλά μάλλον για μια συνεχή διαφοροποίηση, που πραγματώνεται μέσα από ριζικές επιστημολογικές τομές, απρόσμενες εννοιολογικές μετατοπίσεις και βαθιές μεθοδολογικές διαφοροποιήσεις. Ποιος μπορεί να φανταστεί ποιες εκπλήξεις μας επιφυλάσσει η μελλοντική ανάπτυξη των σημερινών «αιρετικών» εξελικτικών απόψεων; *
- Ολες οι μεγάλες τομές της εξελικτικής θεωρίας
1809
Δημοσιεύεται το έργο του Ζαν Μπατίστ Λαμάρκ «Ζωολογική φιλοσοφία». Σε αυτό ο μεγάλος Γάλλος φυσιοδίφης παρουσιάζει μια πρώτη σοβαρά τεκμηριωμένη εξελικτική περιγραφή του μετασχηματισμού και της τελειοποίησης των ζωικών ειδών. Την ίδια χρονιά γεννιέται στο Σρούσμπερι της Αγγλίας ο Κάρολος Δαρβίνος.
1831-1836
Ο νεαρός Δαρβίνος κάνει τον γύρο του κόσμου με το βρετανικό υδρογραφικό πλοίο «Μπιγκλ». Στο πενταετές αυτό ταξίδι θα συλλέξει όλα τα απαραίτητα στοιχεία που πολύ αργότερα θα τον βοηθήσουν να ανακαλύψει και κυρίως να τεκμηριώσει την επαναστατική θεωρία του περί εξέλιξης των ειδών.
1837-1838
Αυτή την περίοδο ο Δαρβίνος υπερβαίνει όλες τις προηγούμενες αμφιβολίες του σχετικά με την πραγματικότητα της εξελικτικής διαδικασίας. Από τα σημειωματάριά του προκύπτει ότι τον Σεπτέμβριο του 1838 διατυπώνει ρητά την ιδέα του περί της φυσικής επιλογής ως βασικού μηχανισμού της εξέλιξης.
1859
Τον Ιούλιο του 1858 στην Λινναία Εταιρεία, έναν από τους πιο σημαντικούς συλλόγους φυσικής ιστορίας, θα παρουσιαστεί επίσημα η θεωρία της εξέλιξης μέσω της φυσικής επιλογής. Μια ανακάλυψη που τυπικά αποδόθηκε στον Κ. Δαρβίνο και τον Α. Wallace. Ομως ο Δαρβίνος είχε ανακαλύψει αυτήν την ιδέα πολύ νωρίτερα από τον Αλφρεντ Γουάλας και ένα χρόνο μετά θα την παρουσιάσει ολοκληρωμένα στο βιβλίο του «Η καταγωγή των ειδών».
1865
Ενας παντελώς άγνωστος μοναχός, ο Gregor Mendel, δημοσιεύει τις ανακαλύψεις του σχετικά με τους μηχανισμούς κληρονομικότητας. Το έργο του όμως θα αναγνωριστεί μόνο ύστερα από 35 χρόνια και έκτοτε θα θεωρηθεί ο πατέρας της επιστήμης της γενετικής. Η ειρωνεία είναι ότι σε αυτό βρίσκονται οι απαντήσεις σε πολλά αναπάντητα ερωτήματα του Δαρβίνου σχετικά με την κληρονομικότητα των γενετικών αλλαγών.
1871
Δημοσιεύεται το βιβλίο του Δαρβίνου «Η καταγωγή του ανθρώπου». Σε αυτό προτείνει την κοινή καταγωγή από έναν κοινό πρόγονο όλων των πρωτευόντων θηλαστικών (και του ανθρώπου). Παρά το τεράστιο σκάνδαλο που προκάλεσε η έκδοση αυτού του βιβλίου, οι απόψεις που περιέχει θα επηρεάσουν αποφασιστικά τις μετέπειτα παλαιοανθρωπολογικές έρευνες.
1935-1947
Η «Νέα Σύνθεση», δηλαδή η νεοδαρβινική θεωρία της εξέλιξης, καταφέρνει να ενοποιήσει σε ένα ισχυρό εξηγητικό σχήμα τις βασικές ιδέες του Δαρβίνου με τα δεδομένα της γενετικής των πληθυσμών. Αυτή η νέα στατιστική και γενετική προσέγγιση των εξελικτικών ιδεών θα οδηγήσει σε εκρηκτικές ανακαλύψεις (στη φωτ. ο Ε. Mayr).
1953
Ο James Watson και ο Francis Crick ανακαλύπτουν τη δομή και τον τρόπο αναδιπλασιασμού του DNA. Σε αυτό βρίσκονται κωδικοποιημένες οι γενετικές πληροφορίες των γονιδίων και συνεπώς από αυτό εξαρτάται κάθε σημαντική γενετική αλλαγή. Η εξελικτική σκέψη τείνει να περιοριστεί στη μελέτη των γονιδίων. Ομως, όλο και περισσότεροι βιολόγοι σήμερα επιμένουν ότι η εξέλιξη δεν εξαντλείται στη μελέτη των γονιδίων.
Δημοσιεύεται το έργο του Ζαν Μπατίστ Λαμάρκ «Ζωολογική φιλοσοφία». Σε αυτό ο μεγάλος Γάλλος φυσιοδίφης παρουσιάζει μια πρώτη σοβαρά τεκμηριωμένη εξελικτική περιγραφή του μετασχηματισμού και της τελειοποίησης των ζωικών ειδών. Την ίδια χρονιά γεννιέται στο Σρούσμπερι της Αγγλίας ο Κάρολος Δαρβίνος.
1831-1836
Ο νεαρός Δαρβίνος κάνει τον γύρο του κόσμου με το βρετανικό υδρογραφικό πλοίο «Μπιγκλ». Στο πενταετές αυτό ταξίδι θα συλλέξει όλα τα απαραίτητα στοιχεία που πολύ αργότερα θα τον βοηθήσουν να ανακαλύψει και κυρίως να τεκμηριώσει την επαναστατική θεωρία του περί εξέλιξης των ειδών.
1837-1838
Αυτή την περίοδο ο Δαρβίνος υπερβαίνει όλες τις προηγούμενες αμφιβολίες του σχετικά με την πραγματικότητα της εξελικτικής διαδικασίας. Από τα σημειωματάριά του προκύπτει ότι τον Σεπτέμβριο του 1838 διατυπώνει ρητά την ιδέα του περί της φυσικής επιλογής ως βασικού μηχανισμού της εξέλιξης.
1859
Τον Ιούλιο του 1858 στην Λινναία Εταιρεία, έναν από τους πιο σημαντικούς συλλόγους φυσικής ιστορίας, θα παρουσιαστεί επίσημα η θεωρία της εξέλιξης μέσω της φυσικής επιλογής. Μια ανακάλυψη που τυπικά αποδόθηκε στον Κ. Δαρβίνο και τον Α. Wallace. Ομως ο Δαρβίνος είχε ανακαλύψει αυτήν την ιδέα πολύ νωρίτερα από τον Αλφρεντ Γουάλας και ένα χρόνο μετά θα την παρουσιάσει ολοκληρωμένα στο βιβλίο του «Η καταγωγή των ειδών».
1865
Ενας παντελώς άγνωστος μοναχός, ο Gregor Mendel, δημοσιεύει τις ανακαλύψεις του σχετικά με τους μηχανισμούς κληρονομικότητας. Το έργο του όμως θα αναγνωριστεί μόνο ύστερα από 35 χρόνια και έκτοτε θα θεωρηθεί ο πατέρας της επιστήμης της γενετικής. Η ειρωνεία είναι ότι σε αυτό βρίσκονται οι απαντήσεις σε πολλά αναπάντητα ερωτήματα του Δαρβίνου σχετικά με την κληρονομικότητα των γενετικών αλλαγών.
1871
Δημοσιεύεται το βιβλίο του Δαρβίνου «Η καταγωγή του ανθρώπου». Σε αυτό προτείνει την κοινή καταγωγή από έναν κοινό πρόγονο όλων των πρωτευόντων θηλαστικών (και του ανθρώπου). Παρά το τεράστιο σκάνδαλο που προκάλεσε η έκδοση αυτού του βιβλίου, οι απόψεις που περιέχει θα επηρεάσουν αποφασιστικά τις μετέπειτα παλαιοανθρωπολογικές έρευνες.
1935-1947
Η «Νέα Σύνθεση», δηλαδή η νεοδαρβινική θεωρία της εξέλιξης, καταφέρνει να ενοποιήσει σε ένα ισχυρό εξηγητικό σχήμα τις βασικές ιδέες του Δαρβίνου με τα δεδομένα της γενετικής των πληθυσμών. Αυτή η νέα στατιστική και γενετική προσέγγιση των εξελικτικών ιδεών θα οδηγήσει σε εκρηκτικές ανακαλύψεις (στη φωτ. ο Ε. Mayr).
1953
Ο James Watson και ο Francis Crick ανακαλύπτουν τη δομή και τον τρόπο αναδιπλασιασμού του DNA. Σε αυτό βρίσκονται κωδικοποιημένες οι γενετικές πληροφορίες των γονιδίων και συνεπώς από αυτό εξαρτάται κάθε σημαντική γενετική αλλαγή. Η εξελικτική σκέψη τείνει να περιοριστεί στη μελέτη των γονιδίων. Ομως, όλο και περισσότεροι βιολόγοι σήμερα επιμένουν ότι η εξέλιξη δεν εξαντλείται στη μελέτη των γονιδίων.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ /2 - 14/02/2009
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου