Ο δοκιμιογράφος Εντμόντο Μπερσέλι προτείνει ένα μορατόριουμ για την τηλεόραση, προκειμένου να βρεθεί μια λύση για την «αποτηλεορασιοποίηση» της πραγματικότητας. Ο ίδιος εξηγεί στο περιοδικό «Εσπρέσο» πώς το εννοεί:
«Δεν πρόκειται για καταγγελία της τηλεόρασης ως κακής παιδαγωγού, όπως δήλωνε ο Καρλ Πόπερ και πρότεινε να τεθεί υπό κηδεμονία για να αποφευχθεί η δικτατορία της τηλεθέασης, η πτώση του επιπέδου των προγραμμάτων και το κακό παράδειγμα που δίνει στους τηλεθεατές. Ούτε πρόκειται, όπως υποστηρίζει ο πολιτειολόγος Τζοβάνι Σαρτρόρι, να εξορκίσουμε τον Homo televisius, που διαμορφώνει τη νέα ιδεολογία της μάζας και την προοδευτική πτώση της ποιότητας.»Η διαπίστωσή μου είναι πως η τηλεόραση βρίσκεται στο τέλος της. Τα προγράμματα, τα ντοκιμαντέρ, οι ταινίες, οι ειδήσεις, τα τοκ-σόου, ακόμη και η διαφήμιση της σημερινής τηλεόρασης λειτουργούν στο εξής μέσα σε ένα αυτιστικό σύστημα που τα νεκρώνει και τα ακινητοποιεί σε μια διαρκή ρέπλικα των ίδιων. Τώρα πια η τηλεόραση εκπέμπει τηλεοπτικά στερεότυπα, αποσπάσματα και αποφθέγματα από αυτή την ιδιαίτερη γλώσσα που χρησιμοποιούμε γενικώς στην τηλεόραση. Και το χειρότερο εκπέμπει ανούσια σκουπίδια, μικρές εκτυφλωτικές εικόνες πολυτέλειας και απόλαυσης. Εν συντομία, στο μεγαλύτερο μέρος του παλίμψηστου, μέσο και μήνυμα συγχέονται μέσα στην ηλίθια διασκέδαση, την παραγωγή φωσφοριζόντων εφέ προβαλλόμενων στο κενό.»Είναι πιθανό αυτός ο πλούσιος μισός αιώνας τηλεόρασης να βρίσκεται στο σημείο της ολοκλήρωσης ενός κύκλου, στο τέλος του οποίου τίποτε δεν θα είναι πια όπως πριν, ούτε καν πίσω από τις οθόνες-πλάσμα και υγρών κρυστάλλων. Σε όλον τον προηγμένο κόσμο, η οθόνη της τηλεόρασης ήταν συγχρόνως το εργαλείο και η αντανάκλαση του κοινωνικού εκσυγχρονισμού του 20ού αιώνα. Συνόδευσε τεράστια φαινόμενα και παγκόσμιες διαδικασίες, όπως αυτήν της ανάπτυξης της αγοράς, της διάδοσης των μαζικών καταναλωτικών αγαθών, της επιβεβαίωσης της κουλτούρας του σώματος... Συνέβαλε επίσης στη μετατροπή των σχέσεων μεταξύ ανδρών και γυναικών, στη διασκεδαστική και μηδενιστική Νέα Υόρκη της σειράς Sex and the City, στη διάδοση του φαντασιακού και της αισθητικής gay, επανερμηνευόμενων με καταναλωτικό τρόπο. Εν κατακλείδι, η τηλεόραση πέρασε στο μίξερ τη "χαμηλή νεοτερικότητα" -όπως την προσδιόρισε ο Αλέν Τουρέν- για να την κάνει ένα ρευστό μίγμα.»Ωστόσο, τα τελευταία 25 χρόνια τουλάχιστον, η τηλεόραση επέβαλε έναν δημόσιο τρόπο συμπεριφοράς. Και αυτού του είδους η συμπεριφορά εδραιώθηκε ως το μοναδικό αποδεκτό στιλ: χαμόγελο αναπόφευκτα εκτυφλωτικό, ορμητικός δυναμισμός α λα Σαρκοζί, απαραίτητη συναίνεση ώστε να συγκρούεσαι το λιγότερο δυνατόν με το γενικό γούστο, ανακράζοντας το αυτόματο επιφώνημα: "Κα-τα-πλη-κτι-κό!". Χωρίς να αναφέρουμε τον τηλεοπτικό χρόνο σύμφωνα με τον οποίο κάθε ομιλία που διαρκεί πάνω από ένα λεπτό "δεν είναι τηλεοπτική".»Διαπιστώσαμε επίσης την ισχύ της τηλεόρασης στο παιχνίδι των αντικριστών κατόπτρων όπου συμβιώνουν τηλεθεατές και τηλεοπτικοί πρωταγωνιστές. Δηλαδή την ικανότητα της τηλεόρασης να αιχμαλωτίζει όλες τις υποδείξεις και όλα τα σημάδια που εμφανίζονται στην κοινωνία ερμηνεύοντάς τα στη συνέχεια μέσα από έναν αποδεκτό κώδικα από όλους και τα οποία αναμεταδίδει με εντυπωσιακή δύναμη στην ίδια την κοινωνία, η οποία επιθυμεί να συμμορφωθεί στη νέα άποψη. Μικρές αισθητικές καθώς και λιγότερο αδιάφορες ηθικές υπερβάσεις προβλήθηκαν πάνω στους τηλεθεατές που με τη σειρά τους τις εσωτερίκευσαν και αφομοίωσαν σε ένα παιχνίδι διάθλασης που καθιστά εντονότερο οποιοδήποτε σημάδι.»Τα αποτελέσματα υπήρξαν θεαματικά. Οι συμπεριφορές που τείνουν να συνδυάζονται με τους τηλεοπτικούς μύθους έγιναν συνήθεις και τελικά αποδεκτές από την κοινωνία. Ο κώδικας των ερωτευμένων, που παράγει την καταναλωτική ιδέα του έρωτα με μοντέλο το σχήμα "τηλεοπτική στάρλετ και ποδοσφαιριστής", διαδόθηκε στο κοινό από τις τηλεταινίες και τα σίριαλ. Το ιερό της αιώνιας νεότητας γενίκευσε τη χρήση βαφών μαλλιών, όπως και το μόνιμο μαύρισμα παρά τις προειδοποιήσεις για την υγεία.»Για τις γυναίκες ιδίως, το τηλεοπτικό look έγινε απαραίτητο, αν όχι αναγκαστικό, προκειμένου να ανακατασκευάσουν την ιδιωτική και δημόσια εικόνα τους. Αν η σημερινή θηλυκότητα ενσαρκώνεται ουσιαστικά από το look της πορνοστάρλετ, είναι αυτονόητο ότι γίνεται αποδεκτό και υιοθετείται ακόμη και όταν βρίσκεται σε μια συγκέντρωση μεταξύ φίλων ή σε επίσημες βραδιές.»Ετσι λοιπόν δεχτήκαμε πως η ομορφιά δεν είναι πια μια απόλυτη αξία, αλλά ένα σύνολο αισθητικών συμφωνιών με τα ΜΜΕ και τους κώδικές τους: σε σημείο που οι ενέσεις μπότοξ και κολλαγόνου, τα fillings και τα κάποιες φορές εμφανέστατα liftings, τα χείλη και τα ζυγωματικά θεαματικά τεχνητά, δεν εκλαμβάνονται ως φρικαλεότητες αλλά σαν συναφή σύμβολα της τηλεοπτικής αισθητικής. Ο,τι είναι ωραίο, δεν είναι αυτό που πραγματικά σου αρέσει, αλλά αυτό που αρέσει στην τηλεόραση.»Ωστόσο, η πιο φωτεινή απόδειξη της δύναμης της τηλεόρασης είναι η εξουσία που διαθέτει προκειμένου να ορίσει την περίμετρο αυτού που υπάρχει ή δεν υπάρχει. Αυτό που υπάρχει φυσικά είναι μόνο αυτό που συμβαίνει στην τηλεόραση. Αυτό έχει σημαντικές συνέπειες στην πολιτική, αλλά ίσως πολύ περισσότερες στην κουλτούρα. Γιατί η τηλεόραση, εξαιτίας των οντολογικών της χαρακτηριστικών, έχει την τάση να αναπαράγει συνεχώς με την ίδια μορφή αυτό που είναι ήδη. Και φυσικά περισσότερο από την ιδέα ή τη σκέψη, αυτό που μετρά είναι το πρόσωπο, η μορφή που επιβλήθηκε και αναγνωρίζεται από όλους. Αν θέλει να παρουσιάσει έναν φιλόσοφο, θα φωνάξουν σχεδόν πάντα τον χ, αν χρειάζεται έναν συγγραφέα, τον συγκεκριμένο ψ...»Για αυτό είναι απαραίτητο ένα μορατόριουμ. Οχι για να απεργήσουμε στην τηλεόραση, να τη σβήσουμε ή να σαμποτάρουμε τα δίκτυα, αλλά για να ξεκινήσουμε την "αποτηλεορασιοποίηση" της σύγχρονης πραγματικότητας και της ίδιας της τηλεόρασης».
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 23/07/2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου