Ο Β΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΤΕΧΕΙ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΕΞΕΧΟΥΣΑ ΘΕΣΗ ΣΤΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΜΝΗΜΗ ΚΑΙ ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΝΑ ΔΙΑΜΟΡΦΩΝΕΙ ΤΙΣ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ. ΟΠΩΣ ΦΑΙΝΕΤΑΙ, Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΩΣ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
ΕΧΕΙ ΠΟΛΥ ΜΕΛΛΟΝ ΑΚΟΜΗ...
ΕΧΕΙ ΠΟΛΥ ΜΕΛΛΟΝ ΑΚΟΜΗ...
Ο Χάγκεν Φλάισερ, με την κλασική δίτομη μελέτη του για την Κατοχή στην Ελλάδα και με πλήθος άλλων δημοσιεύσεων για τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, αποτελεί έναν από τους διαπρεπέστερους ιστορικούς της δεκαετίας του 1940 στην Ευρώπη. Σε αυτό το βιβλίο απομακρύνεται από τα οικεία θέματα και ασχολείται με τη συλλογική μνήμη και τη Δημόσια Ιστορία, δηλαδή όλα εκείνα που διαμορφώνουν την αντίληψή μας για το παρελθόν και συγκεκριμένα για τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αφετηρία του είναι η ορθή διαπίστωση ότι την εικόνα που μια κοινωνία έχει για το παρελθόν δεν τη διαμορφώνουν οι ακαδημαϊκοί ιστορικοί. Πολύ μεγαλύτερη επιρροή έχουν τα μέσα ενημέρωσης, το Διαδίκτυο, τα πολιτικά κόμματα, ο κινηματογράφος, τα μουσεία ή η λογοτεχνία. Αυτό τον υποχρέωσε να εγκαταλείψει το γνώριμο πεδίο της ιστοριογραφίας και να στραφεί στη μελέτη άλλων πηγών και μέσων, ιδιαίτερα των εφημερίδων. Επίσης, αποφάσισε να καλύψει όλη την Ευρώπη και να επεκταθεί στην Ασία για να έχει μια συγκριτική και ολοκληρωμένη οπτική. Το αποτέλεσμα δεν είναι απλώς εντυπωσιακό, λόγω του εύρους, αλλά και τρομερά ενδιαφέρον. Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου η μνήμη δεν «πάγωσε» αλλά διαμορφώθηκαν αρκετά ανθεκτικά πλαίσια κατανόησης και ερμηνείας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Τα ίδια τα γεγονότα εξελίχθηκαν με τέτοια ταχύτητα ώστε μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1940 είχαν παγιωθεί οι συνισταμένες της αντίληψης για τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η βασική θέση ήταν ότι η Γερμανία ήταν ο υπ΄ αριθμόν ένα υπεύθυνος και ένοχος για τον φονικότερο πόλεμο της Ιστορίας. Αυτονόητη θέση, αλλά και με ενδιαφέρουσες απολήξεις. Σε μια εποχή που το Ολοκαύτωμα δεν είχε ακόμα τη θέση που απέκτησε δύο δεκαετίες αργότερα και το οποίο έκτοτε συνδέθηκε αναπόσπαστα με τον πόλεμο, η Γερμανία ορθά θεωρήθηκε ένοχη αλλά δεν ήταν η μόνη. Η εστίαση στη Γερμανία επισκίασε τις ευθύνες των συμμάχων της. Η Αυστρία, πολύ βολικά, αυτοπαρουσιάστηκε ως το πρώτο θύμα του Χίτλερ και η Ιταλία από σύμμαχος της Γερμανίας μεταμορφώθηκε σε «συνεμπόλεμη» των Συμμάχων. Σίγουρα πιο προκλητική ήταν η περίπτωση της Ιαπωνίας, η οποία βαρυνόταν για τον θάνατο εκατομμυρίων Κινέζων- μόνο στη σφαγή της Νανκίνγκ το 1937 οι Ιάπωνες σκότωσαν 200.000 ανθρώπους και βίασαν δεκάδες χιλιάδες γυναίκες. Η Ιαπωνία, υπό αμερικανική κατοχή μετά το 1945, από αντίπαλος έγινε σύμμαχος μετά τη νίκη των Κινέζων κομμουνιστών το 1949 και τον πόλεμο της Κορέας. Το μιλιταριστικό παρελθόν και τα εγκλήματα της Ιαπωνίας δεν μπορούσαν να εξαγνιστούν, όμως επισκιάστηκαν από τη σύγκρουση του Ψυχρού Πολέμου, με αποτέλεσμα η ιαπωνική κοινωνία να μην τα θεωρήσει ως πρόβλημα και να μην έλθει αντιμέτωπη με τις ευθύνες για όσα διέπραξε εις βάρος των άλλων, γειτονικών λαών. Η Γερμανία, με αυτόν τον τρόπο, μετατράπηκε στον αποκλειστικό υπεύθυνο για τις συμφορές του πολέμου. Αν και η γερμανική κοινωνία ήλθε από νωρίς αντιμέτωπη με το ναζιστικό παρελθόν, οι προτεραιότητες του Ψυχρού Πολέμου επικάλυψαν αυτή τη διαδικασία. Η εκκαθάριση του κράτους και των θεσμών από τους Ναζί ήταν περιορισμένη και οι σχέσεις της Δύσης με τη Δ. Γερμανία εξομαλύνθηκαν γρήγορα. Η αποκλειστική ευθύνη της Γερμανίας, άλλωστε, βοηθούσε να αποσιωπηθούν άλλες σκοτεινές όψεις του πολέμου και της Κατοχής. Στη Δυτική Ευρώπη τα φαινόμενα συνεργασίας και δωσιλογισμού κατά τη διάρκεια του πολέμου πέρασαν στο περιθώριο, ενώ υπερτονίστηκε η (μειοψηφική) Αντίσταση. Στην Ανατολική Ευρώπη η επιβολή των σοσιαλιστικών καθεστώτων προβλήθηκε ως ανάχωμα στην αναβίωση του φασισμού και επέτρεψε την αποσιώπηση των όσων είχαν διαπράξει οι Σοβιετικοί.
Από την επανεξέταση στον αναθεωρητισμό
Ο Φλάισερ αφιερώνει το μεγαλύτερο μέρος της μελέτης του στη Δημόσια Ιστορία μετά το 1989, εστιάζοντας ιδιαίτερα στις επετείους του 1995 και του 2005. Οι αλλαγές στον τρόπο αντιμετώπισης του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου είναι, χωρίς υπερβολή, συγκλονιστικές. Οι αλλαγές αυτές οδήγησαν στο ξαναγράψιμο της Ιστορίας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Πολλές από αυτές τις αλλαγές ήταν αναγκαίες και οδήγησαν στην κριτική επανεξέταση πτυχών του πολέμου, οι οποίες μέχρι τότε είχαν είτε αποσιωπηθεί είτε (αυτο)λογοκριθεί. Άλλες όμως κινούνταν στην κατεύθυνση του αναθεωρητισμού, δηλαδή της άρνησης ιστορικών γεγονότων ή δια στρέβλωσης της ιστορικής πραγματικότητας. Η διαφορά μεταξύ κριτικής επανεξέτασης του παρελθόντος και αναθεωρητισμού είναι σημαντική, αν και αρκετοί ήταν εκείνοι που ξεκίνησαν με στόχο την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας και κατέληξαν στον αναθεωρητισμό. Κάποιες από αυτές τις αλλαγές, βέβαια, είχαν ήδη δρομολογηθεί πριν από το 1989. Στη Γερμανία, ήδη από τη δεκαετία του 1980 ο αναθεωρητισμός είχε εμφανιστεί και προκαλέσει μία έντονη διαμάχη μεταξύ των ιστορικών με την προσπάθεια να σχετικοποιηθεί το «κακό» του ναζισμού συγκρίνοντάς τον με το «κακό» του κομμουνισμού. Στην ίδια γραμμή της εξίσωσης του ναζισμού με τον κομμουνισμό, όπως δείχνει ο συγγραφέας, κινήθηκε η δημόσια ιστορία στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες. Στις χώρες αυτές η δημόσια συζήτηση προσπάθησε να παρουσιάσει τις χώρες αυτές ως θύματα δύο διαδοχικών ολοκληρωτισμών, ότι τα χρόνια 1939-1989 είναι μία ενιαία περίοδος κατά την οποία συγχωνεύονται ναζισμός και κομμουνισμός και στην οποία κυριαρχεί ο τρόμος. Μια τέτοια αντίληψη του παρελθόντος οδήγησε αφενός στην υποβάθμιση των αρνητικών φαινομένων της προκομμουνιστικής εποχής (π.χ. αντισημιτισμός, αντικοινοβουλευτισμός) με συνέπεια τη σταδιακή αποκατάσταση εκπροσώπων του φασισμού ή ακόμα και ένοπλων συνεργατών των Ναζί. Σε αυτήν την περίπτωση ο συνδυασμός αντικομμουνισμού και εθνικισμού λειτούργησε στη μετακομμουνιστική Ανατολική Ευρώπη ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ για τους φιλοναζιστές. Διαφορετική είναι η περίπτωση χωρών όπως η Πολωνία. Εκεί ενώ η συζήτηση ξεκίνησε από τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν εις βάρος της κατά τη διάρκεια του πολέμου από τη Σοβιετική Ένωση (διαμελισμός της Πολωνίας, σφαγή στο Κατίν, αδιαφορία του σοβιετικού στρατού στην κατάπνιξη της εξέγερσης της Βαρσοβίας από τους Ναζί) δεν επεκτάθηκε και στον αντισημιτισμό που ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένος στους χριστιανούς Πολωνούς και τους οδήγησε σε πογκρόμ εναντίον των Εβραίων χωρίς τη γερμανική υποκίνηση. Ένα μέρος της εμφάνισης του αναθεωρητισμού τροφοδοτείται και από τη στάση της Ρωσίας. Η Ρωσία, όπως μας υπενθυμίζει ο συγγραφέας, ουδέποτε απολογήθηκε για τα όσα διέπραξε εις βάρος των γειτονικών λαών τόσο κατά τη διάρκεια όσο και μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αντίθετα ο Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος αποτελεί το μοναδικό ένδοξο παρελθόν της σοβιετικής εποχής, ένα παρελθόν το οποίο είναι αναγκαίο για τη νέα εθνική ταυτότητα της Ρωσίας. Ανάλογη περίπτωση είναι η Ιαπωνία, η οποία διακρίνεται από την επίμονη άρνηση ή υποβάθμιση των εγκλημάτων που διέπραξε στην Κίνα, την Κορέα και άλλες ασιατικές χώρες.
Κίνδυνοι και ευκαιρίες
Γενικότερα στην Ευρώπη οι αλλαγές στη Δημόσια Ιστορία εντοπίζονται σε τρία επίπεδα. Το πρώτο συνδέεται με την ανάδειξη του τραύματος και την κυριαρχία του ρόλου του θύματος. Η τρέχουσα κουλτούρα δεν υμνεί τον ηρωισμό των στρατιωτών όπως παλαιότερα αλλά την αδυναμία του θύματος, του άμαχου. Το δεύτερο αφορά την κεντρική θέση που κατέχει πλέον το Ολοκαύτωμα στην Ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Η κεντρικότητα αυτή έχει ως αποτέλεσμα την κοινότοπη κατάχρηση του όρου, τη σχετικοποίηση και την υποβάθμιση των άλλων πλευρών του πολέμου. Το τρίτο επίπεδο αφορά την κριτική επανεξέταση του παρελθόντος. Θέματα ταμπού που «αμαύρωναν» την εθνική ταυτότητα, αποτελούν πλέον αντικείμενο δημόσιας συζήτησης, όπως ο δωσιλογισμός, η εμπλοκή των χριστιανικών πληθυσμών στις διώξεις των Εβραίων, οι σχέσεις μεταξύ γυναικών και στρατευμάτων κατοχής, οικονομική συνεργασία, κ.λπ.
- Ο Φλάισερ επισημαίνει δύο κινδύνους που εγκυμονεί η δημόσια συζήτηση για τον πόλεμο.
Ο ένας κίνδυνος προέρχεται από το διαρκές ξαναγράψιμο της Ιστορίας, που μετατρέπει την Ιστορία σε ένα παλίμψηστο, σε ένα όχημα για να εξυπηρετήσει ιδεολογικούς σκοπούς και πολιτικά συμφέροντα. Πρέπει να μπουν όρια σε αυτό το ξαναγράψιμο της Ιστορίας; Ναι, υποστηρίζει ο Φλάισερ, όταν έχουμε ακραίες περιπτώσεις αναθεωρητισμού, όπως στην περίπτωση των αρνητών του Ολοκαυτώματος. Ο δεύτερος κίνδυνος προέρχεται από τον «κορεσμό» της μνήμης και την κακώς νοούμενη πολιτική ορθότητα, η οποία μπορεί να προκαλέσει τα αντίθετα αποτελέσματα, ειδικά σε χώρες που έχουν έμπρακτα αποκηρύξει το παρελθόν τους, όπως η Γερμανία.
Η δημόσια ιστορία, όμως, δίνει και ευκαιρίες. Η πρώτη ευκαιρία
Ηagen Fleischer
OΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ
Ο Β΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ Η ΔΗΜΟΣΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ
ΕΚΔ. ΝΕΦΕΛΗ, 2008, ΣΕΛ. 626, ΤΙΜΗ: 37 ΕΥΡΩείναι η «εκπαίδευση» της μνήμης, δηλαδή να διαπαιδαγωγηθούν οι νεώτερες γενιές να βλέπουν εποικοδομητικά το παρελθόν του πολέμου, όπως το αποτυπώνει το μότο «Συγχώρεση δίχως λήθη» που είχε μια πορεία ειρηνιστών από τη Γερμανία στην Ισπανία. Η δεύτερη ευκαιρία είναι με βάση τα γεγονότα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου να συνειδητοποιήσουμε τις διαφορές μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Ευρώπης και επεξεργαστούμε μια ταυτότητα η οποία να βασίζεται σε μια «όχι κοινή αλλά μοιραζόμενη Ιστορία».
Όπως αντιλαμβάνεται κανείς, το βιβλίο του Φλάισερ όχι μόνον έλειπε από την ελληνική βιβλιογραφία αλλά είναι και μια μελέτη μεγάλης πνοής, καινοτόμα και πλούσια σε ιδέες, που δείχνει ότι η Ιστορία δεν αφορά μόνο τους ιστορικούς αλλά ολόκληρη την κοινωνία, δεν αφορά μόνο το παρελθόν αλλά και το παρόν.
Το βιβλίο δεν αφορά την Ελλάδα, αν και υπάρχουν διάσπαρτες αναφορές στον τρόπο με τον οποίο η ελληνική κοινωνία και η πολιτεία αντιμετώπισαν το παρελθόν. Το «Επίμετρο», όμως, του βιβλίου, αφορά τις ελληνογερμανικές σχέσεις μεταπολεμικάένα κείμενο που αν και το ζήτησε από τον συγγραφέα η Ακαδημία Αθηνών, στη συνέχεια το «έκοψε»! Διαβάζοντας το κείμενο αντιλαμβάνεται κανείς τους λόγους. Στο κείμενο αυτό ο Φλάισερ διαπιστώνει ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις μεταπολεμικά και όλο το πολιτικό φάσμα (πλην της Αριστεράς) από τον Παπάγο μέχρι τον Γεώργιο Παπανδρέου ακολούθησαν μία πολιτική κατευνασμού της Γερμανίας. Λίγα μόλις χρόνια μετά τις γερμανικές θηριωδίες στην κατεχόμενη Ελλάδα ο Παπάγος κολάκευε τον Γερμανό διπλωματικό αντιπρόσωπο για τις αρετές της Βέρμαχτ! Οι ελληνικές κυβερνήσεις παραιτήθηκαν από τη δίωξη των Γερμανών και Ιταλών εγκληματιών πολέμου, ελπίζοντας ότι θα λάβουν επανορθώσεις αλλά τελικά αρκέστηκαν στις ατομικές αποζημιώσεις. Νομίζω ότι πίσω από τις διπλωματικές προτεραιότητες που επέβαλε ο Ψυχρός Πόλεμος βρισκόταν η αμηχανία του πολιτικού κόσμου απέναντι στην επίμαχη δεκαετία του 1940. Αμηχανία η οποία υπέθαλψε την αδιαφορία και καλλιέργησε την αμνησία. Ενδεικτική αυτής της αδιαφορίας απέναντι στο πρόσφατο παρελθόν της ήταν η καταστροφή του αρχείου του Γραφείου Εγκληματιών Πολέμου στα 1975 και της ηθελημένης αμνησίας, το πανηγυρικό και διακομματικό «κάψιμο των φακέλων» το 1989...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου