Δευτέρα 11 Μαΐου 2009

Η ΝΕΑ ΚΑΘΟΛΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ

Γράφει ο ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΑΚΤΙΚΟΣ


  • Τρεις καθολικότητες, σύμφωνα με τους μεγάλους στοχαστές του διαφωτισμού και της νεωτερικότητας, ορίζονται ως ρυθμιστικοί παράγοντες στην κοινωνική πραγματικότητα: το κράτος, η αγορά και η κοινωνία των πολιτών.

  • Όλοι οι κλασικοί της πολιτικής θεωρίας και σκέψης, όπως οι Τζον Λοκ, Άνταμ Σμιθ, Ρουσσώ, Χέγκελ, Μαρξ, Τοκβίλ, Γκράμσι κ.ά., καταπιάνονται ακριβώς με τις σχέσεις και αλληλουχίες που αναφέρονται σε αυτές τις καθολικότητες. Ωστόσο, δύο από αυτές τις καθολικότητες, το κράτος και η αγορά, μπορούν να θεωρηθούν ως οι «μεγάλες ρυθμιστικές δυνάμεις», που καθόρισαν τις κοινωνικές εξελίξεις και το κυρίαρχο πολιτικοοικονομικό σύστημα του καπιταλισμού καθ’ όλη τη διάρκεια των τριών τελευταίων αιώνων της βιομηχανικής εποχής. Οι θεωρητικές αναφορές στην κοινωνία των πολιτών σε ελάχιστες περιπτώσεις διαχωρίζονται από την επίδραση του κράτους και της αγοράς, προφανώς γιατί οι θεσμοί της είναι ανίσχυροι. Σε όλη αυτή την περίοδο, αντιθέτως, η κοινωνία των πολιτών είχε δυναμική παρουσία μόνο κατά τη διάρκεια των επαναστατικών περιόδων, υποτασσόμενη πάντοτε, δια μέσου των κομμάτων, στην εξουσία του κράτους και την ηγεμονία της αγοράς. Έτσι εμφανίζεται ως ένας χώρος που περισσότερο χρησιμοποιείται από τις κομματικές ηγεσίες και δεν υπαγορεύει πολιτική.

  • Η ιεραρχική οργάνωση της κοινωνίας και της παραγωγής δεν επέτρεπε την αυτόνομη οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών, πέρα από το συνδικαλισμό και τη συντεχνιακή αντίληψη, που κι αυτές οι εκφάνσεις της υποτάσσονται στον κομματισμό. Ως εκ τούτου, ο ρόλος της δεν μπόρεσε να είναι ανεξάρτητος και πρωταγωνιστικός. Σε περιόδους κοινωνικής ειρήνης, ο ρόλος της κοινωνίας των πολιτών περιοριζόταν στη δημιουργία συναίνεσης και ενσωμάτωσης στο πλαίσιο του έθνους-κράτους και, πολλές φορές, ως έκφραση οργανωμένων μειοψηφιών διαφόρων κοινωνικών ομάδων και lobbies. Σήμερα, έχοντας υπ’ όψιν το ρόλο της μιντιοκρατίας στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης και κατασκευής συναίνεσης, μπορούμε να αντιληφθούμε ότι παραδοσιακά οι καθοδηγητές γνώμης προέρχονται, κυρίως, από τους θεσμούς της κοινωνίας των πολιτών.

  • Ο κατακερματισμός των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών σε ομάδες θεματικού ενδιαφέροντος και συντεχνιακών συμφερόντων, ασφαλώς δεν επέτρεπε στις οργανώσεις αυτές να θέτουν ανεξάρτητα ζητήματα συλλογικής κοινωνικής έκφρασης, πέραν των κομμάτων και του κράτους, Ο κατακερματισμός των οργανωμένων μειοψηφιών εξυπηρετούσε και εξυπηρετεί ακόμη την ηγεμονία του κράτους και της αγοράς και τις αντίστοιχες καθολικότητες.


Ο ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ

  • Τα πράγματα αλλάζουν ριζικά με την έλευση της παγκοσμιοποίησης, την ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών πληροφορικής και διαδικτύου, από τη μία πλευρά, και από την άλλη, την ανάδυση των μεγάλων περιβαλλοντικών προβλημάτων, την κλιματική αλλαγή, τις μεγάλες ανισότητες, τη διόγκωση της παγκόσμιας φτώχειας, που κινητοποιούν, παράλληλα, πληθώρα μικρών και μεγάλων οργανώσεων, με μεγάλη επικοινωνιακή εμβέλεια, αναγκάζοντας τις κυβερνήσεις να λογοδοτούν απέναντι σε αυτά τα ζητήματα. Η κοινωνία των πολιτών αρχίζει να γίνεται καταλυτικός παράγοντας στη διαμόρφωση της πολιτικής ατζέντας, από τη στιγμή του εμφανίζεται η μεγάλη ποσοτική αύξηση και ποιοτική διαφοροποίηση των οργανώσεών της, με τάσεις αυτονομίας απέναντι στο κράτος με οικονομική διάρθρωση.

  • Η οικολογική αφύπνιση, η διεύρυνση της κοινωνικής οικονομίας και το πρόταγμα της πράσινης ανάπτυξης, που αναδείχθηκε τελευταία, είναι ορισμένα από τα σημεία των καιρών, που αλλάζουν τα δεδομένα. Η νέα καθολικότητα γεννιέται ακριβώς μέσα από τη μεγάλη αντίθεση ανάπτυξης των επικοινωνιακών δυνατοτήτων σε επίπεδο αυτο-οργάνωσης της κοινωνίας των πολιτών και τις μειούμενες προσφορές του έθνους-κράτους σε κοινωνική ασφάλεια, εξασφάλιση απασχόλησης και κοινωνικών παροχών, παράλληλα με τις πιέσεις που ασκούνται στο κράτος από την οικονομική παγκοσμιοποίηση. Κυρίως, όμως, γεννιέται μέσα από τις απεριόριστες και προσιτές επικοινωνιακές εφαρμογές του διαδικτύου για τις Μ.Κ.Ο., οι οποίες αποκτούν ολοένα και πιο δραστήριο ρόλο στην επικοινωνιακή διαμεσολάβιση.

  • Η υλική βάση της ανάπτυξης της νέας καθολικότητας της κοινωνίας των πολιτών είναι τα μετρήσιμα μεγέθη της κοινωνικής οικονομίας και της τάσης προς την πράσινη ανάπτυξη, που μπαίνει πλέον επίσημα στην πολιτική ατζέντα των ανεπτυγμένων χωρών. Αυτή η νέα υλική βάση της κοινωνικής οικονομίας, που διαρκώς μεγεθύνεται σε μια αμφίδρομη σχέση με το λεγόμενο «κοινωνικό κεφάλαιο», δημιουργεί και τις προϋποθέσεις αυτονομίας έναντι του κράτους. Μολονότι η κοινωνία των πολιτών εκφράζεται μέχρι στιγμής μέσα από ένα τεράστιο μωσαϊκό οργανώσεων, διαφέρει ριζικά από το παρελθόν και δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα συγκυριακό φαινόμενο, όπως γνωρίζουμε από τις προεπαναστατικές περιόδους, π.χ. της Γαλλικής ή της Ρωσικής Επανάστασης ή αργότερα του Γαλλικού Μάη. Είναι φανερό ότι γίνεται πλέον ρυθμιστής και διαφοροποιεί την οικονομία και την πολιτική που γνωρίζαμε μέχρι τώρα. Δεν είναι απλά μια συσσώρευση δυνάμεων που λειτουργεί ως βατήρας για ένα κοινωνικό ξέσπασμα, για να παραδώσει στη συνέχεια τη δύναμή της, μετά την έκρηξή της, στην εξουσία του κράτους, αλλά είναι μια καθολικότητα με αυτόνομη θεσμική διάρκεια, που ριζώνει στην κοινωνία και την ενεργοποιεί προς νέες μορφές συλλογικής δημιουργίας. Επιβάλλει στο κράτος και την αγορά, για πρώτη φορά στην ιστορία, την ατζέντα της πράσινης οικονομίας και της κοινωνικής περιβαλλοντικής ευθύνης. Επιβάλλεται σταδιακά ως αυτόνομη καθολικότητα για την ειρήνη, την οικολογία και την αλληλέγγυα οικονομία.


ΤΟΚΒΙΛ ΚΑΙ ΓΚΡΑΜΣΙ

ΟΙ ΔΥΟ ΑΝΤΙΚΡΙΣΤΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ

  • Για τις θεμελιώδεις σημασίες της κοινωνίας των πολιτών, ο φιλελεύθερος Τοκβίλ και ο αριστερός Γκράμσι είναι οι δύο στοχαστές στους οποίους αναφέρονται όλοι οι σύγχρονοι μελετητές. Μολονότι και οι δύο έγραψαν σε μια άλλη εποχή, με διαφορετικά δεδομένα, και η ερμηνεία τους μπορεί να θεωρηθεί πολύ πρώιμη για τις σημερινές συνθήκες, η συνεισφορά τους στη θεωρική παράδοση για τη σχέση της κοινωνίας των πολιτών με το κράτος είναι το σημείο αναφοράς που σηματοδοτεί τα όρια και τις δυνατότητες ελευθερίας του υποκειμένου, αυτό που σήμερα θα λέγαμε «ενεργούς πολίτες».

  • Ο Τοκβίλ αναδεικνύει τη σημασία του εθελοντισμού σε σχέση με το λιγότερο κράτος και την ανάπτυξη του κοινωνικού κεφαλαίου και της κοινωνίας των πολιτών, που πλέον αναγνωρίζονται ευρέως ως καθοριστικοί παράγοντες οικονομικής ανάπτυξης, όπως αναφέρεται από τους Putnam και Fukuyama, στη βάση της σκέψης του Alexis de Tocqueville, κάτι που περιγράφεται στο έργο του «Δημοκρατία στην Αμερική». Εξετάζει, μάλιστα, με πραγματικό θαυμασμό το πλήθος των εθελοντικών οργανώσεων πολιτών στις Η.Π.Α., που, λειτουργώντας ως ενδιάμεσοι θεσμοί, συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξη, εξυπηρετώντας, παράλληλα, μία σειρά κοινωνικών σκοπών, ενάμιση αιώνα πριν. Ωστόσο, πολλές από τις «προφητικές» ερμηνείες του διαψεύδονται από την ίδια την εξέλιξη της Αμερικής και την εξέλιξη του οικονομικού φαινομένου του καπιταλισμού, που, φυσικά, δεν αναλύει οικονομικά, όπως έκανε ο Άνταμ Σμιθ και ο Μαρξ, αλλά αναφέρεται στις αξίες του φιλελευθερισμού.

  • Χαρακτηριστικό της διάψευσης είναι αυτό που γράφει για την Αμερική. «Βλέπω», λέει, «ότι τα αγαθά και τα χαλεπά επιμερίζονται αρκετά ισομερώς. Τα μεγάλα πλούτη εξαφανίζονται και ο αριθμός των μικρών περιουσιών πολλαπλασιάζεται. Δεν υπάρχουν πια ούτε η αχανής χλιδή ούτε η ανεπανόρθωτη εξαθλίωση. Η φιλοδοξία είναι καθολικό συναίσθημα, λίγες όμως είναι οι άμετρες φιλοδοξίες». Και παρακάτω: «Τα ήθη είναι ήπια και η νομοθεσία ανθρώπινη... Η βία είναι σπάνια και η σκληρότητα σχεδόν ανύπαρκτη... Και αυτό που παρατηρώ σε σχέση με τις περιουσίες εμφανίζεται με μύριες όσες μορφές. Όλα σχεδόν τα ακραία φαινόμενα γλυκαίνουν και αμβλύνονται και όλα τα έντονα σημεία σβήνουν, αφήνοντας τη θέση τους σε κάτι το μεσαίο». Τίποτα από αυτές τις περιγραφές δεν ισχύει σήμερα στην Αμερική.

  • Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, συγκρίνοντας τα «προφητικά όρια» και τις «προβλητικές ανεπάρκειες» του Τοκβίλ, σε αντιπαράθεση με τις αντίστοιχες αδυναμίες του Μαρξ, διαπιστώνει ότι και οι δύο στοχαστές δεν ήταν δυνατό να ξεφύγουν από την εποχή τους και τις αφετηριακές αξίες και επιλογές τους. Και οι δύο, λοιπόν, παρέκλιναν, εκ των πραγμάτων, από την εκ των υστέρων προβαλλόμενη διιστορική «προφητική τους δύναμη», προφανώς όμως, βέβαια, προς αντίθετες κατευθύνσεις. Έτσι, και στο σημείο αυτό, η ειρωνεία της ιστορίας επιβεβαιώνεται για άλλη μία φορά: οι δύο αντίθετες και αντικριστές αναγνώσεις του μέλλοντος εμφανίζονται ως παραπληρωματικά μέρη μιας πάντοτε ενεργούς και επίκαιρης αντιπαράθεσης αξιών, στο πλαίσιο της οποίας οι δύο στοχαστές μπορούν να συγκριθούν όχι ως προς την αναλυτική τους δεινότητα, αλλά ως προς την κατεύθυνση και τις προεκτάσεις της προταγματικής τους ανεπάρκειας.

  • Ο Γκράμσι, από την άλλη πλευρά, εισάγει στην πολιτική θεωρία την έννοια του «οργανικού διανοούμενου» και το γεγονός ότι σκεπτόμενοι και οργανωτικοί άνθρωποι προωθούν ενεργά τις ιδέες και τις απόψεις της τάξης τους. Η κοινωνία των πολιτών είναι, τρόπον τινά, το πεδίο άσκησης της ελευθερίας και της δημιουργίας των όρων και προϋποθέσεων της συναίνεσης και της πειθούς, αλλά είναι εξίσου και το πεδίο κοινωνικών συγκρούσεων στο πολιτιστικό, ιδεολογικό, θρησκευτικό και οικονομικό επίπεδο. Το ρόλο αυτό παίζουν οι οργανωτικοί διανοούμενοι, με στόχο την ιδεολογική ηγεμονία. Επομένως, για να κατανοήσουμε ένα σύγχρονο κράτος, δεν αρκεί να μελετήσουμε τα πολιτικά κόμματα και την οικονομική δομή, αλλά είναι αναγκαίο να αναλύσουμε εκείνο το σύνολο φαινομένων που ο Γκράμσι αποκαλούσε «η οργάνωση της κουλτούρας»: το σχολείο, τις εκκλησίες, τις εφημερίδες, τις περιοδικές επιθεωρήσεις, τον κινηματογράφο, το λαϊκό μυθιστόρημα κ.λπ.» Ο Γκράμσι αντιτάχθηκε, με τον τρόπο του, στις επικρατούσες απόψεις στο διεθνές μαρξιστικό θεωρητικό τοπίο της εποχής του, δηλαδή στον οικονομίστικο αυτοματισμό και τον πολιτικό βολονταρισμό, ακόμη και στον Λένιν.


Οι βασικές συνεισφορές του Γκράμσι στην πολιτική σκέψη ήταν οι εξής:



  • η έννοια της πολιτισμικής «ηγεμονίας», ως μέσο διατήρησης της κυριαρχίας του καπιταλιστικού κράτους,
  • ο τονισμός της ανάγκης για τη μόρφωση των εργατών, ώστε να δημιουργηθούν οι «οργανικοί διανοούμενοι» της εργατικής τάξης και να γίνει δυνατή η επίτευξη της εργατικής ταξικής «ηγεμονίας»,
  • η διάκριση μεταξύ πολιτικής κοινωνίας (αστυνομία, στρατός, νομικό σύστημα κ.ά.), που κυριαρχεί άμεσα και κατασταλτικά, και κοινωνίας των πολιτών (οικογένεια, εκπαιδευτικά συστήματα, συνδικάτα κ.ά.), όπου η κυριαρχία του καπιταλιστικού κράτους συγκροτείται μέσω της ιδεολογίας ή μέσω της συναίνεσης,
  • η πρωταρχική σημασία του «ιστορικισμού», δηλαδή η ανάλυση μιας κοινωνίας στο συγκεκριμένο κάθε φορά ιστορικό της πλαίσιο και η κριτική του οικονομικού ντετερμινισμού.

  • Πρέπει, βέβαια, να τονιστεί ότι η θεωρία του Γκράμσι, που διατυπώθηκε υπό διαφορετικές συνθήκες από τις σημερινές, δεν μπορεί να ερμηνεύσει όλα τα σύγχρονα πολιτικά και κοινωνικά φαινόμενα και τις συλλογικές συμπεριφορές. Επιπλέον, έχει επισημανθεί από ορισμένους ότι ο Γκράμσι ήταν αποκλειστικά, ή τουλάχιστον κυρίως, εθνικός στοχαστής στο συγκεκριμένο πλαίσιο της Ιταλίας . Σήμερα βρισκόμαστε μπροστά στο φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, με ανεξάρτητη και αυτόνομη δράση από το εθνικό κράτος. Έπειτα, οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και οι οργανικοί διανοούμενοι δεν είναι αναγκασμένοι να είναι κρατικοί υπάλληλοι ή κομματικά στελέχη. Στελέχη, δηλαδή, μιας ιεραρχικής αντιπροσωπευτικής οργάνωσης, με σκοπό την κρατική εξουσία ή τη διατήρησή της.
  • Υπάρχει, δηλαδή, ένας σαφής διαχωρισμός της κοινωνίας των πολιτών από το κράτος ως επιλογή. Πρόκειται, λοιπόν, για μια διαφοροποιημένη κοινωνία των πολιτών από αυτή που ανάλυε ο Γκράμσι στην εποχή του. Ιδιαίτερα, είναι εντελώς ξεπερασμένος ο ιστορικισμός, που βασίζεται στις επιρροές του Χέγκελ, ο οποίος, με τη σειρά του, ταυτίζει την κοινωνία των πολιτών με το έθνος-κράτος και, άρα, ως εξαρτώμενη από αυτό. Η νέα καθολικότητα της κοινωνίας των πολιτών είναι προϊόν της παγκοσμιοποίησης και της ανοικτής κοινωνίας και δεν έχει να κάνει σε τίποτα με την κατασκευή του ιστορικισμού της κλειστής κοινωνίας, που ανάπτυξε ο Χέγκελ. Εδώ η θεώρηση του φιλελευθερισμού του Τοκβίλ είναι χρήσιμη απέναντι στον κρατισμό, όπως και η θεώρηση του Γκράμσι είναι χρήσιμη για να δούμε τη λειτουργία της συναίνεσης, αλλά και τη λειτουργία της αμφισβήτησης, απέναντι στις καθολικότητες του κράτους και της αγοράς. Σε κάθε περίπτωση, η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας και το πρόταγμα της αυτονομίας είναι πιο κοντά στη θεώρηση της νέας καθολικότητας της κοινωνίας των πολιτών, από την άποψη ότι η ιστορία είναι συλλογική δημιουργία που ορίζεται από το φαντασιακό και την πίστη που έχουν οι άνθρωποι προς την Α ή Β ιδέα.


Η ΘΕΣΜΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ

  • Παράλληλα, πρέπει να επισημάνουμε τη θεσμική προοδευτική εξέλιξη των κοινωνικών κατακτήσεων των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, έναντι του κρατικού αυταρχισμού, που συντελείται στο πλαίσιο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και της ανοικτής κοινωνίας, μέσα από την παράδοση του φιλελευθερισμού και της σοσιαλδημοκρατίας, μιας εξελικτικής διαδικασίας που παρατηρείται ιδιαίτερα μετά τον παγκόσμιο πόλεμο και επιδρά στο μετασχηματισμό της δημοκρατίας. Από την άλλη πλευρά, τα νέα δεδομένα της οικονομικής παγκοσμιοποίησης και της επικυριαρχίας της αγοράς περιορίζουν την κοινωνική προστασία του έθνους-κράτους και αναγκάζουν προς την αυτενέργεια των πολιτών και πρωτοβουλίες αυτο-οργάνωσης. Έτσι, ανάμεσα σε αυτούς τους δύο πόλους, αναδύεται η νέα καθολικότητα της κοινωνίας των πολιτών, όχι μόνο ως συνομιλητής στη δημοκρατική διαβούλευση, αλλά και ως δύναμη με καθολική ισχύ στην οικονομία και την κουλτούρα, που αναπτύσσεται σε παγκόσμιο επίπεδο, ανάμεσα στο κράτος και την αγορά και διαμορφώνει νέους θεσμούς προαπαιτούμενους της συμμετοχικής δημοκρατίας.

  • Είναι προφανές ότι δεν υπάρχει κάποιο σχέδιο από την οικονομία της αγοράς που προωθεί τη μεγάλη επέκταση της κοινωνίας των πολιτών ιδεολογικά, αλλά οι συνθήκες που διαμορφώνει η αγορά, ωθούν τις κοινωνίες μπροστά, μην έχοντας άλλη επιλογή, στην αυτο-οργάνωση. Οι πιεστικές οικονομικές συνθήκες για μεγάλα τμήματα της κοινωνίας και οι νέες τεχνολογίες επικοινωνίας και δικτύωσης δίνουν μια άλλη διέξοδο, μέσα από αυτούς τους νέους θεσμούς. Έτσι, η κοινωνία των πολιτών αναγνωρίζεται ως τρίτος πόλος στην οικονομία και την παγκόσμια διακυβέρνηση. Αναδύεται μέσα από τη συμμετοχική οικολογία, την επέκταση της κοινωνικής αλληλέγγυας οικονομίας, ως πολυμορφικό κίνημα συμμετοχικής δημοκρατίας. Αναδύεται ως δύναμη συναίνεσης και ευημερίας, αλλά και ως δύναμη αμφισβήτησης και ανατροπής, επιβάλλοντας πολιτικές για το περιβάλλον, αλλά ακόμη και για την αντιμετώπιση της απασχόλησης και καταπολέμηση της φτώχειας.

ΤΑ ΝΕΑ ΧΑΡΑΚΤΗ
ΡΙΣΤΙΚΑ

  • Τα κύρια χαρακτηριστικά της νέας καθολικότητας της κοινωνίας των πολιτών είναι η εκρηκτική έκταση, που καταλαμβάνει με γεωμετρική πρόοδο την τελευταία εικοσαετία, η πολυμορφία της και η επικοινωνιακή της εμβέλεια για την οριζόντια οργάνωση της κοινωνίας. Η ανάπτυξη των κοινωνικών δικτύων και η οικουμενική τους διάσταση για τα ανθρώπινα δικαιώματα, την οικολογία και την ανθρωπιστική βοήθεια. Η ανάδειξη του εθελοντισμού σε κοινωνικό κεφάλαιο τοπικής, αλλά και παγκόσμιας σημασίας για την ανάπτυξη. Χαρακτηρίζεται από αυτόνομες συλλογικότητες και αυτόνομες κυβερνοσυλλογικότητες, με σύμμαχο το διαδίκτυο και τις νέες επικοινωνιακές δυνατότητες, που αναπτύσσουν μέσα από αυτή τη διαδικασία προς όφελος του εθελοντισμού της κοινοτικής μη κερδοσκοπικής παραγωγής και της κοινωνικής οικονομίας, χωρίς την επιβολή μίας δογματικής ιδεολογίας. Αντίθετα, συγκλίνουσες αξίες από διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες, του φιλελευθερισμού, του σοσιαλισμού και της οικολογίας, συνθέτουν τις πιο ανθρώπινες και βιώσιμες αξίες της εποχής μας.

  • Η νέα καθολικότητα της κοινωνίας των πολιτών χαρακτηρίζεται, επίσης, από την επικοινωνιακή αυτοδυναμία και από τη βαθιά κοινωνικοποίηση της πνευματικής ιδιοκτησίας του άυλου προϊόντος της ατομικής και ασυλλογικής δημιουργίας, καθώς πλέον είναι σχεδόν ανέξοδη ή πολύ φθηνή η μεταφορά γνώσης μέσω του διαδικτύου, το οποίο ανασυνθέτει θεμελιακά νέες αξίες. Είναι φανερό ότι παλαιότερα ο πνευματικός δημιουργός, ακόμη και αν δεν απαιτούσε δικό του κέρδος, απαιτούσε ο εκδότης του και το μέσο διάδοσης για να μεταδώσει τη γνώση και ως εκ τούτου υπήρχε υψηλό κόστος διάδοσης. Τώρα αυτό αλλάζει για τον πνευματικό εθελοντισμό. Η υπέρβαση σε μεγάλο βαθμό της ιδιοκτησίας της γνώσης, που φέρνει το διαδίκτυο, απελευθερώνει μεγάλες δυνάμεις της κοινωνίας των πολιτών και σε οικονομικό, αλλά και πολιτιστικό επίπεδο. Ζώντας σήμερα την απελευθέρωση του εθελοντή ως πνευματικού δημιουργού και της ανοιχτής διαβούλευσης στον κυβερνοχώρο, έξω από τη γραφειοκρατία και τους θεσμούς εξουσίας, διαμορφώνεται μια εντελώς νέα κατάσταση για την ανοιχτή κοινωνία.

  • Οι «οργανικοί διανοούμενοι» σε μεγάλο βαθμό, σύμφωνα με την Γκραμσιανή θεωρία, μπορεί να είναι ανεξάρτητοι. Οι κάθε είδους δογματικοί υπέρμαχοι άλλοτε της μονοσήμαντης κυριαρχίας του κράτους και άλλοτε της αγοράς νιώθουν άβολα και προσπαθούν να εντάξουν το νέο φαινόμενο στα καλούπια τους, αλλά αυτό δε χωράει ούτε στο πλαίσιο της οικονομικής ολιγαρχίας ούτε της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, απλά γιατί μετασχηματίζεται ερήμην τους η υλική βάση και συλλογικό φαντασιακό της κοινωνίας. Όσο αλήθεια είναι ότι στη βάση του φιλελευθερισμού και των ατομικών δικαιωμάτων βρήκε έδαφος και αναπτύχθηκε η κοινωνία των πολιτών, άλλο τόσο αλήθεια είναι ότι η ατομιστική ωφελιμιστική αντίληψη της αγοράς δεν είναι ο μόνος χώρος στον οποίο γίνονται οι επιλογές και οι προτιμήσεις στην οργάνωση του τρόπου ζωής. Το οικολογικό πρότυπο και οικολογικό πολιτικό πρόταγμα που αναπτύσσεται στις μέρες μας είναι μια τρανή απόδειξη.


ΟΡΙΖΟΝΤΙΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

  • Αυτό που ιδιαιτέρως χαρακτηρίζει τη νέα καθολικότητα της κοινωνίας των πολιτών είναι η οριζόντια οργάνωση, η αμφίδρομη επικοινωνία, τα συνεργατικά δίκτυα αλληλεγγύης, που συνθέτουν έναν άλλον κόσμο πέραν αυτού της ανταγωνιστικότητας της αγοράς. Έτσι, σε παγκόσμιο επίπεδο εμφανίζονται δίκτυα κοινωνικής αλληλέγγυας οικονομίας, δίκτυα οικολογίας, ανθρώπινων δικαιωμάτων, καθώς και συνεργατικά δίκτυα, για πρώτη φορά στην ιστορία σε τόσο μεγάλη έκταση.


Τα χαρακτηριστικά των δικτύων

- Συγκροτούν Κοινωνικό Κεφάλαιο σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.

- Μειώνουν το κόστος συναλλαγών.

- Λειτουργούν ως ταμιευτήρες κοινωνικού κεφαλαίου.

- Λειτουργούν ως προπομπός της κοινωνικής και πράσινης επιχειρηματικότητας.

- Τα οριζόντια δίκτυα λειτουργούν υπέρ της κοινωνικοποίησης της γνώσης και της τεχνογνωσίας.

- Συμβάλλουν στον εκδημοκρατισμό της πληροφορίας και της ενέργειας.

- Κατευθύνουν τις επενδύσεις προς την περιφέρεια και τους κοινωνικά αναγκαίους σκοπούς.

· Ορισμός του Κοινωνικού Κεφαλαίου

Το Κοινωνικό Κεφάλαιο μπορεί να ορισθεί ως συσσώρευση συλλογικής γνώσης οργανωτικής κουλτούρας, αλληλεγγύης, κοινής εμπιστοσύνης και δημιουργικής θεσμικής λειτουργίας και αναπτύσσει κοινωνικές δεξιότητες. Το κοινωνικό κεφάλαιο συμπληρώνει και υποκαθιστά σε μεγάλο βαθμό το οικονομικό κεφάλαιο στις επενδύσεις, δημιουργώντας εμπιστοσύνη και πιστοληπτική ικανότητα.

· Ο εθελοντισμός ως συντελεστής συγκρότησης του κοινωνικού κεφαλαίου

Ο εθελοντισμός στην εποχή μας, ως βασικός συντελεστής δημιουργίας κοινωνικού κεφαλαίου, είναι κλειδί της εναλλακτικής ανάπτυξης της κοινωνικής οικονομίας και της απασχόλησης, δημιουργώντας προστιθέμενη αξία στην οικονομία.

· Κοινωνική Οικονομία και Πράσινη Επιχειρηματικότητα

Είναι ο δυναμικός χώρος της οικονομίας στον οποίο τα κοινωνικά δίκτυα συνδιαμορφώνουν με τη δραστηριότητά τους την ανάπτυξη και συλλογική δημιουργία, προσφέροντας διέξοδο από την οικονομική κρίση και περιβαλλοντική υποβάθμιση.

Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

ΚΑΙ Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ

  • Μετά τις εκρηκτικές διαστάσεις που λαμβάνει η παγκόσμια οικονομική κρίση, αυτό που διαπιστώνουμε με ανάγλυφο τρόπο, είναι ότι η ιστορία δε μένει αμετακίνητη ούτε στις ανάγκες ούτε στις ιδέες ούτε στα πολιτικά προτάγματα, όπως αυτά είχαν ορισθεί στο παρελθόν. Αυτό που παρουσιάστηκε πριν δύο δεκαετίες ως «το τέλος της ιστορίας», αντίθετα με τις νεοφιλελεύθερες προφητείες, δεν ήρθε. Οι ακραίες ολιγαρχικές αντιλήψεις καταρρέουν, όπως ο άκρατος κρατισμός. Ο κόσμος γίνεται τώρα από διπολικός, μεταξύ κράτους και αγοράς, τριπολικός. Είναι πρόδηλο ότι οι νέες τεχνολογίες και ο πολιτισμός διαφοροποιούν διαρκώς τα δεδομένα και οι επικρατούσες ιδεολογίες σπρώχνουν τις κοινωνίες είτε προς τη δημιουργία είτε προς την αυτοκαταστροφή των διαφόρων συστημάτων. Είναι ενδεικτικό ότι φιλελεύθεροι στοχαστές, όπως ο Φουκογιάμα και ο Σόρος, παίρνουν αποστάσεις από τον οικονομικό νεοφιλελευθερισμό μετά την πρόσφατη κρίση και μιλούν για μια απαραίτητη ισορροπία μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού συμφέροντος.

  • Εκ των πραγμάτων, αμφισβητείται τόσο η ηγεμονία της αγοράς όσο και ο κρατικός καπιταλισμός και αναζητείται μια νέα μικτή οικονομία. Αμφισβητείται έμπρακτα και όχι θεωρητικά, στη μοριακή σύσταση του συστήματος και αναζητούνται νέες αρχές βιωσιμότητας. Η αγορά είναι εκείνη που μέσα από την κρίση καλεί σε βοήθεια το κράτος και, μάλιστα, μέσα από τους καθεδρικούς ναούς του συστήματος, που είναι οι τράπεζες. Ο φιλελευθερισμός για πολλούς πλέον δεν ταυτίζεται με τον καπιταλισμό. Σε ό,τι αφορά τους οικονομιστές φιλελεύθερους, δυστυχώς ή ευτυχώς, οι τράπεζες δεν υπακούν στους ιδεολόγους του νεοφιλελευθερισμού και ζητούν τη βοήθεια του κράτους για να ξεπεράσουν την κρίση. Με αυτόν τον τρόπο, έχει χαλάσει η συνταγή της πίστης στο συλλογικό φαντασιακό, του καταναλωτισμού και της απεριόριστης οικονομικής μεγέθυνσης. Ταυτόχρονα, η μηχανική της οικονομικής επιστήμης έρχεται σε αντίφαση με την ιδεοληψία των οικονομιστών που πιστεύουν στη «θρησκεία της ανταγωνιστικότητας». Το σύστημα βρίσκεται σε κρίση, αφενός γιατί η μηχανική του μονεταρισμού δε δουλεύει και αφετέρου κλιμακώνεται η κρίση, γιατί κλονίζεται η πίστη της κοινωνίας στο σύστημα και αναζητά άλλες διεξόδους, δημιουργώντας ένα φαύλο κύκλο.
  • Αυτή η νέα πραγματικότητα έρχεται σε αντίθεση με τις γνωστές παραδοχές της ωφελιμιστικής αντίληψης, με βάση την απεριόριστη οικονομική μεγέθυνση. Οι υλιστές βλέπουν την αγορά ως τον κρίσιμο κοινωνικό θεσμό και τον πρωταρχικό ρυθμιστή των ανθρώπινων σχέσεων. Το πρόβλημα είναι πως η ανάλυσή τους έρχεται σε σύγκρουση με την ιστορία της ανθρώπινης ανάπτυξης. Δεν υπάρχει ούτε ένα γνωστό παράδειγμα που να τεκμηριώνει ότι οι άνθρωποι ομαδοποιήθηκαν για πρώτη φορά για να ιδρύσουν αγορές και να εμπορευθούν και στη συνέχεια απέκτησαν πολιτισμική ταυτότητα. Ούτε υπάρχουν παραδείγματα πρωταρχικής ανθρώπινης ομαδοποίησης με σκοπό τη δημιουργία κυβέρνησης και στη συνέχεια κουλτούρας. Πρώτα απ’ όλα οι άνθρωποι δημιούργησαν τη γλώσσα για να επικοινωνούν μεταξύ τους. Μετά έφτιαξαν ένα μύθο για την προέλευσή τους. Καθιέρωσαν τελετουργίες για τις καταβολές τους και οραματίστηκαν το συλλογικό τους πεπρωμένο. Δημιούργησαν κώδικες συμπεριφοράς και δεσμούς εμπιστοσύνης – αυτό που σήμερα αποκαλούμε «κοινωνικό κεφάλαιο» – και ανέπτυξαν κοινωνική συνοχή.


TO MEΛΛΟΝ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΩΣ ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΜΑ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

  • Του Lester Thurow

Η δημοκρατία και ο καπιταλισμός αντιπροσωπεύουν πολύ διαφορετικές πεποιθήσεις για την κατανομή της εξουσίας. Η δημοκρατία πιστεύει στην εντελώς ίση κατανομή πολιτικής εξουσίας, «κάθε άνθρωπος, μια ψήφος», ενώ ο καπιταλισμός πιστεύει ότι είναι καθήκον των οικονομικά ικανών να βγάλουν εκτός παιχνιδιού τον ανίκανο και να τον οδηγήσουν στην οικονομική εξαφάνιση.

«Επιβίωση του ικανότερου» και ανισότητες στην αγοραστική δύναμη: Αυτή είναι η καπιταλιστική αποδοτικότητα. Άτομα και εταιρείες γίνονται αποδοτικές για να πλουτίσουν. Για να το εκφράσουμε με τη σκληρότερη διατύπωση: Ο καπιταλισμός είναι απολύτως συμβιβάσιμος με τη δουλεία. Ο αμερικανικός Νότος είχε ένα τέτοιο σύστημα πάνω από δύο αιώνες. Η δημοκρατία δεν είναι συμβιβάσιμη με τη δουλεία.

Σε μια οικονομία με γρήγορα αυξανόμενες ανισότητες, αυτή η διαφορά πεποιθήσεων για την κατανομή της εξουσίας οδηγεί σε ένα ρήγμα τεράστιων διαστάσεων . Στις δημοκρατικές-καπιταλιστικές κοινωνίες, η εξουσία προέρχεται από δύο πηγές: τον πλούτο και την πολιτική θέση.

Τους τελευταίους δύο αιώνες, δύο παράγοντες επέτρεψαν να συνυπάρξουν αυτά τα δύο συστήματα εξουσίας, τα οποία βασίζονται σε αντιθετικές αρχές. Κατ’ αρχάς ήταν πάντα δυνατό να μετατρέπεται η οικονομική δύναμη σε πολιτική εξουσία και, αντιστρόφως, η πολιτική εξουσία σε οικονομική δύναμη. Λίγοι είχαν τη μια χωρίς να κερδίσουν γρήγορα και από την άλλη. Δεύτερον, το κράτος χρησιμοποιούνταν ενεργά για να μεταβάλλει τα αποτελέσματα της αγοράς και να παράγει μια πιο ίση κατανομή εισοδήματος από αυτήν την οποία θα παρήγαγε η αγορά, αν είχε αφεθεί μόνη της. Εκείνοι που έχαναν στην οικονομία της αγοράς έβλεπαν το κράτος ως θετική δύναμη , η οποία εργαζόταν για να τους κρατήσει εντός του συστήματος, όταν θα ερχόταν η εποχή του θερισμού των οικονομικών καρπών του καπιταλισμού. Χωρίς αυτές τις δύο πραγματικότητες, πιθανόν θα είχε γίνει εδώ και πολύ καιρό μεγάλος σεισμός στο ρήγμα μεταξύ δημοκρατικών και καπιταλιστικών αρχών για την κατανομή της εξουσίας.

Το βιβλίο του Lester Thurow, γραμμένο πριν μία δεκαετία, προέβλεπε την επερχόμενη κρίση του συστήματος εάν δεν υπάρξουν πολιτικές εξισορρόπησης μεταξύ του δημόσιου και ιδιωτικού συμφέροντος. Η ανάγκη τώρα ενός τρίτου πόλου είναι εμφανής

ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

  • Τα οικονομικά της αλληλεγγύης, μέσα από μια πολυεπίπεδη δραστηριότητα σε όλο τον κόσμο της κοινοτικής παραγωγής και του μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, είναι η βάση της αυξανόμενης ισχύος της κοινωνικής οικονομίας και αναδιανομής του εισοδήματος προς τα κάτω. «O Euclides André Mance επευφημεί ένα νέο τρόπο παραγωγής, που επεκτείνεται σαν κομμάτι μιας επανάστασης των δικτύων και υποστηρίζει ότι θα μπορούσε να σχηματίσει την υλική βάση για νέες μεταβατικές κοινωνίες». Η Νέα Καθολικότητα της κοινωνίας των πολιτών κινητοποιεί μ’ αυτόν τον τρόπο εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Γνωρίζουμε λίγα για την πολυεπίπεδη έκτασή της. Ξέρουμε, όμως, ότι στο επίπεδο της βάσης των κινητοποιήσεων, της οργάνωσης και της λαϊκής της εκπαίδευσης, βρίσκονται χιλιάδες κινήματα και εκατομμύρια άνθρωποι που έχουν αρχίσει να υφαίνουν συνεργατικά δίκτυα οικονομικής αλληλεγγύης, να δημιουργούν διαύλους επικοινωνίας που έχουν το δυναμικό να φέρνουν κοντά και να ενδυναμώνουν τοπικούς και παγκόσμιους αγώνες, είτε για το περιβάλλον είτε για την αντιμετώπιση της φτώχειας.

  • Όλα αυτά τα φαινόμενα έμοιαζαν, πριν μία δεκαετία, νησίδες στον ωκεανό της αγοράς, σήμερα, όμως, καταλαμβάνουν μία τεράστια έκταση, που κανείς - πολιτικός ή μη - δεν μπορεί να αγνοήσει. Αναγνωρίζοντας τη σημερινή πραγματικότητα, αρκετά ευρωπαϊκά έθνη υπερηφανεύονται ότι σήμερα το δικό τους επίπεδο απασχόλησης στο «μη κερδοσκοπικό τομέα» υπερβαίνει εκείνο των Η.Π.Α.. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία, που έχουμε μία πενταετία πριν, στην Ολλανδία, το 12,6% της συνολικής επί πληρωμή απασχόλησης αντιστοιχεί στο μη κερδοσκοπικό τομέα. Στην Ιρλανδία το 11,5% όλων των εργαζομένων απασχολείται στο μη κερδοσκοπικό τομέα επίσης, και στο Βέλγιο αυτό το ποσοστό είναι 10,5%. Στο Ηνωμένο Βασίλειο το 6,2% του εργατικού δυναμικού απασχολείται στο μη κερδοσκοπικό τομέα και στη Γαλλία και τη Γερμανία αυτό το ποσοστό είναι της τάξης του 4,9%. Η Ιταλία έχει περισσότερες από 220.000 μη κερδοσκοπικές οργανώσεις και ο μη κερδοσκοπικός τομέας μετρά πάνω από 630.000 πλήρως απασχολούμενους εργαζόμενους.

  • Είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι, σε δέκα ευρωπαϊκές χώρες που υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία εσόδων, οι αμοιβές για παροχή υπηρεσιών και προϊόντα ισοδυναμούσαν με το 33-50% του εισοδήματος στο μη κερδοσκοπικό τομέα, ανάμεσα στο 1990 και στο 1995. Σε παγκόσμιο επίπεδο, στις είκοσι δύο χώρες για τις οποίες υπάρχουν στοιχεία, το 49% των εσόδων του μη κερδοσκοπικού τομέα προέρχεται από αμοιβές για υπηρεσίες και προϊόντα. Στις Η.Π.Α., το 57% όλων των εσόδων του μη κερδοσκοπικού τομέα προέρχεται επίσης από αμοιβές για υπηρεσίες και προϊόντα. Το μερίδιο των κονδυλίων από τη φιλανθρωπία και από το δημόσιο, ωστόσο, έχει μειωθεί σε πολλές χώρες, διαλύοντας έτσι τον επί μακράν καλλιεργούμενο μύθο ότι ο μη κερδοσκοπικός τομέας εξαρτάται από την κυβέρνηση ή από την ελεημοσύνη των ιδιωτών.

  • Είναι βέβαιο ότι η συγκεντροποίηση κοινωνικού και οικονομικού κεφαλαίου στο μη κερδοσκοπικό τομέα θ’ αλλάξει πολύ περισσότερο στο μέλλον τα οικονομικά δεδομένα.
  • Είναι βέβαιο ότι η συγκεντροποίηση κοινωνικού και οικονομικού κεφαλαίου στο μη κερδοσκοπικό τομέα θ’ αλλάξει πολύ περισσότερο στο μέλλον τα οικονομικά δεδομένα.
  • Αυτό που παρατηρεί ο RIFKIN στο βιβλίο του «το Ευρωπαϊκό Όνειρο» είναι ότι οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών δίνουν τη δύναμη στους πολίτες να διεκδικήσουν τα συμφέροντά τους, σ’ έναν κόσμο όπου οι εταιρείες και οι κυβερνήσεις πιθανότατα δεν πρόκειται να τα φροντίσουν. Οι ακτιβιστές της κοινωνίας των πολιτών υποστηρίζουν ότι η υπερβολική στήριξη στην απορυθμισμένη παγκόσμια αγορά έχει οδηγήσει στην αχαλίνωτη καπιταλιστική απληστία και εκμετάλλευση και έχει μειώσει τον παραδοσιακό ρόλο της κυβέρνησης ως παράγοντα αναδιανομής και πάροχο ουσιαστικών κοινωνικών υπηρεσιών. Οι συγγραφείς της μελέτης του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς, όπου επισημαίνεται η μεγάλη αύξηση των θεσμών της κοινωνίας των πολιτών, συμπεραίνουν ότι η επιτυχία τους πρέπει να αποδοθεί στην ικανότητά τους να γεμίζουν το κενό που αφήνει η αποτυχία της αγοράς και της κυβέρνησης.


ΝΕΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΕΣ

  • Οι νέες τεχνολογίες στην ενέργεια, την πληροφόρηση και το διαδίκτυο δε συνιστούν απλά τα υλικά και τεχνολογικά δεδομένα της νέας οικονομίας, αλλά μία νέα πίστη και μεσολογία για έναν άλλο διαφορετικό κόσμο. Πάντοτε, άλλωστε, οι νέες τεχνολογίες μπορούσαν να κλονίσουν μια παλιά πίστη και μέθοδο επικοινωνίας και να διαμορφώσουν μια καινούρια. Η τυπογραφία, ο ατμός, το πετρέλαιο και ο ηλεκτρισμός άλλαξαν τα δεδομένα στη βιομηχανική εποχή. Στο άμεσο μέλλον, χωρίς την άμεση μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα στις ήπιες μορφές ενέργειας, το επακόλουθο της ενεργειακής κρίσης, η κατάρρευση των συστημάτων, θα είναι ο χειρότερος εφιάλτης στην παγκόσμια κοινωνία, με αλυσιδωτές επιδράσεις και στην παγκόσμια οικονομία. Καμία τύπου αγορά από μόνη δεν μπορεί να δώσει τη λύση χωρίς την πολιτική.

  • Η γεωγραφική ανισοκατανομή των ενεργειακών πόρων του πετρελαίου και φυσικού αερίου, είναι το σύνδρομο μιας παγκόσμιας ιδεολογικής ηγεμονίας της οικονομικής ολιγαρχίας, που για τη διατήρηση των προνομιών της, θέτει σε κίνδυνο ολόκληρο τον πλανήτη, μέσα από ένα σύστημα εξουσίας που ελέγχεται από τα μονοπωλιακά συμφέροντα. Αυτό αναγκαστικά αλλάζει και θα αλλάξει περισσότερο επιτακτικά στο μέλλον. Στην παρούσα ιστορική φάση, η δικαιότερη κατανομή των ενεργειακών πόρων δεν είναι μόνο ζήτημα ηθικής επιταγής, αλλά και τρόπος αντιμετώπισης της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και φτώχειας ως απειλής που εκδηλώνεται αυτό τον καιρό στη μητρόπολη του συστήματος στο παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα με το φάσμα της πτώχευσης. Η άλλη απειλή είναι η κλιματική αλλαγή, και εδώ τον πρώτο λόγο έχουν οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών. Η λύση δεν είναι απλά η σύνθεση μιας μικτής οικονομίας, κράτους και αγοράς, αλλά η σύνθεση κράτους αγοράς, και κοινωνικής οικονομίας των ενεργών πολιτών, για την αυτο-ρύθμιση της οικονομικής προνοιακής πολιτικής.


ΣΕ ΜΙΑ ΝΕΑ ΜΙΚΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΜΕ ΤΡΕΙΣ ΠΟΛΟΥΣ:

ΚΡΑΤΟΣ, ΑΓΟΡΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

  • Η κοινωνική αλληλέγγυα οικονομία στη βάση της ενεργοποίησης της κοινωνίας των πολιτών δεν είναι πια μια ουτοπία. Εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο υλοποιούν την αλληλέγγυα οικονομία. Εργάζονται και καταναλώνουν για την ευημερία των ίδιων και των συνανθρώπων τους, και όχι για το κέρδος. Συνεταιριστικές τράπεζες και επιχειρήσεις, τράπεζες χρόνου, συστήματα μη χρηματικών ανταλλαγών, κοινωνικές επιχειρήσεις, πανεπιστήμια, νοσοκομεία, υπηρεσίες κοινωνικής φροντίδας και κάθε λογής δραστηριότητες πολλαπλασιάζονται με το χρόνο. Η οικονομία αυτή εν μέρει έχει καταμετρηθεί σ’ όλα της τα μεγέθη. Ωστόσο, καθώς προοδεύουν στα οικονομικά και πολιτισμικά πεδία αυτής της επανάστασης, τα δίκτυα αλληλεγγύης θα προοδεύουν επίσης και στη σφαίρα της πολιτικής – μετασχηματίζοντας το Κράτος, δημιουργώντας και ενισχύοντας μηχανισμούς λαϊκής συμμετοχής. Οι τεχνολογίες πληροφορικής που επιτρέπουν τη διασύνδεση των πολυποίκιλων οργανώσεων πολιτών (Μ.Κ.Ο.), που τείνουν να γίνουν ρυθμιστικός παράγοντας για το Κράτος και τη δημόσια σφαίρα. Αυτό ανοίγει τη δυνατότητα νέων διαδικασιών και μηχανισμών διακυβέρνησης και από κοινού διαχείρισης, που μπορούν να προκύψουν από τα συνδυασμένα αποτελέσματα των συμμετοχικών διαδικασιών στην πολιτισμική σφαίρα, με τις συνεργατικές αλληλέγγυες οικονομικές διαδικασίες να αποτελούν την υλική βάση της κοινωνικής οικονομίας. Για το φαινόμενο αυτό, ο παγκοσμίου φήμης Αμερικανός στοχαστής J. RIFKIN διατυπώνει:
«Η κοινωνία των πολιτών είναι ο τόπος συνάντησης για την αναπαραγωγή της κουλτούρας σε όλες της τις μορφές. Είναι ο τόπος όπου οι άνθρωποι συμμετέχουν στο «βαθύ παιχνίδι» της δημιουργίας του κοινωνικού κεφαλαίου και κατασκευάζουν κώδικες και κανόνες συμπεριφοράς. Η κουλτούρα βρίσκεται εκεί όπου βασιλεύουν οι εγγενείς αξίες. Η κοινωνία των πολιτών είναι το φόρουμ όπου εκφράζεται η κουλτούρα και είναι ο αρχέγονος τομέας της ανθρώπινης ζωής.Παρά τη σημασία που έχει η κοινωνία των πολιτών για την κοινωνική ζωή, αυτή η σφαίρα δραστηριότητας, στη μοντέρνα εποχή, περιθωριοποιήθηκε από τις δυνάμεις της αγοράς και την κυβέρνηση του έθνους-κράτους. Οικονομολόγοι και ηγέτες επιχειρήσεων, ιδιαίτερα, έφτασαν να βλέπουν την αγορά ως «πρώτο τη τάξει θεσμό στις ανθρώπινες υποθέσεις».

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ


  • Η Ε.Ε. είναι η πρώτη κυβερνητική οντότητα που αναγνώρισε επίσημα τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών ως ισότιμους συνέταιρους στα δίκτυα δημόσιας πολιτικής, προφανώς γιατί μέσα από αυτές τις οργανώσεις προωθείται μια άλλη συναίνεση και η κοινή ευρωπαϊκή κουλτούρα έναντι του εθνικισμού. Κάνοντας χώρο για ένα νέο πολιτικό συνέταιρο, οι υπερεθνικές οντότητες, όπως τα Ηνωμένα Έθνη και η Ε.Ε., είναι οι πρώτοι θεσμοί που αναγνώρισαν το ρόλο των Μ.Κ.Ο. Βέβαια, οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών έχουν ασκήσει πιέσεις για να αντιπροσωπευτούν ευρύτερα σε κάθε χώρα και στους παγκόσμιους θεσμούς, όπως τα Ηνωμένα Έθνη, η Παγκόσμια Τράπεζα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αναγνωρίσει, έτσι, την κοινωνία των πολιτών ως «τρίτη συνιστώσα» στη διακυβέρνηση της Ένωσης, θεωρώντας ότι εκτελεί μια «ενδιάμεση λειτουργία μεταξύ του κράτους, των αγορών και των πολιτών». Κατανοείται όλο και περισσότερο ότι η ίδια η επιτυχία της Ε.Ε., ως νέου είδους ρυθμιστικού κράτους, εξαρτάται σημαντικά από το πόσο αποτελεσματικές θα είναι οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών στην αντιπροσώπευση των συμφερόντων των πραγματικών εκλογικών σωμάτων, τα ενδιαφέροντα των οποίων εκτείνονται πέρα από τα τοπικά, περιφερειακά, εθνικά σύνορα, ακόμη και από τα σύνορα της Ε.Ε.

  • Οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών φέρνουν την αληθινή «συμμετοχική δημοκρατία» στη διαδικασία της διακυβέρνησης και έτσι γίνονται κρίσιμοι παίκτες στο νέο πολιτικό πείραμα. Οι αξιωματούχοι κατανοούν ότι χωρίς τη δραστήρια και πλήρη συμμετοχή τους, η Ε.Ε. είναι πιθανό να αποτύχει. Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή της Ε.Ε. παρατήρησε ότι «μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την ευρωπαϊκή διακυβέρνηση είναι να εξασφαλίσει τη συμμετοχή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών». Οι συντάκτες του Ευρωσυντάγματος έχουν υιοθετήσει την αρχή της συμμετοχικής δημοκρατίας, ως συμπλήρωμα, επέκταση και εμβάθυνση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Αλλά αυτό γίνεται περισσότερο στο θεωρητικό επίπεδο των δικαιωμάτων. Το άρθρο Ι-47 της Συνθήκης καθορίζει σαφώς ότι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης υποχρεούνται να προωθούν τη συμμετοχική δημοκρατία. Μεταξύ άλλων, πρέπει:
  • Να δίνουν στους πολίτες τη δυνατότητα να ανταλλάσσουν και να δημοσιοποιούν απόψεις, σε όλους τους τομείς δράσης της Ένωσης.
  • Να διατηρούν διαφανή και τακτικό διάλογο με αντιπροσωπευτικές ενώσεις και την κοινωνία των πολιτών.
  • Η ευρωπαϊκή Επιτροπή υποχρεούται να διεξάγει διαβουλεύσεις με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, προκειμένου να διασφαλίζονται η διαφάνεια και η συνοχή των δράσεων.
  • Το ίδιο Άρθρο, δίνει δικαίωμα σε ομάδες πολιτών, εφόσον συγκεντρώνουν υποστήριξη από ένα εκατομμύριο πολίτες, να απαιτούν από την Επιτροπή να υποβάλλει κατάλληλες προτάσεις επί θεμάτων στα οποία θεωρούν ότι απαιτείται δράση.
  • Το Άρθρο Ι-50 υποχρεώνει τα όργανα της Ένωσης να διεξάγουν τις εργασίες τους με πλήρη διαφάνεια. Το ίδιο άρθρο διασφαλίζει στον πολίτη δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα της Ένωσης. Η Συνθήκη αναγνωρίζει, με τον πλέον επίσημο τρόπο, ότι μεταξύ κράτους και αγοράς υπάρχει ένας τρίτος θεσμικός χώρος, ο οποίος ορίζεται από την κοινωνία των πολιτών. Με την ενθάρρυνση της εμπλοκής του πολίτη σε δημόσιους, ιδιωτικούς και κοινωφελείς θεσμούς, επιδιώκεται η μείωση του ευρωπαϊκού δημοκρατικού ελλείμματος και η έξοδος της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας από τη σημερινή κρίση. Η συμμετοχική δημοκρατία ως διαδικασία και η εμπλοκή των πολιτών ως κινητήρια δύναμη, μπορούν να συμβάλουν καταλυτικά στην υπεράσπιση του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου και την επίτευξη των μακροχρόνιων πολιτικών και οικονομικών στόχων της Ενωμένης Ευρώπης. Έστω και αν η Συνθήκη τελικά ναυαγήσει, θα πρέπει να εξευρεθούν τρόποι υλοποίησης των προνοιών της για τη συμμετοχική δημοκρατία. Όλα αυτά σημαίνουν ακόμα μια πρόθεση και μια επικοινωνιακή δυνατότητα στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών να πιέσουν για προοδευτικές εφαρμογές της συμμετοχικής δημοκρατίας.

ΣΥΜΜΕΤΟΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ

  • Παράλληλα με την αναγνώριση της κοινωνίας των πολιτών, η Ευρωπαϊκή Ένωση αναγνωρίζει θεσμικά τον εμπλουτισμό της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας με τη συμμετοχική δημοκρατία, αλλά είναι φανερό ότι βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή. Σε διάφορες επιτροπές επιτράπηκε μεν η συμμετοχή τους, αλλά σπανίως ήταν κάτι περισσότερο από τυπική και συμβουλευτική. Το ίδιο συμβαίνει και στα κόμματα φιλελεύθερων και σοσιαλδημοκρατικών αντιλήψεων. Αναγνωρίζουν την ανάγκη της συμμετοχικής δημοκρατίας, ωστόσο είναι δύσκολο να ξεπεράσουν την αντιπροσωπευτική τους δομή. Το σύστημα απέχει πολύ ακόμα από την αναγνώριση της λήψης σημαντικών πολιτικών και οικονομικών αποφάσεων από σύγχρονες «εκκλησίες του Δήμου» σε επίπεδο Τοπικής Αυτοδιοίκησης, όπου θα μπορούσαν να δοκιμαστούν αποδοτικά μορφές συμμετοχικής δημοκρατίας. Τα κύρια ρεύματα πολιτικής σκέψης, οι δύο βασικές κομματικές οικογένειες, η σοσιαλδημοκρατική και η φιλελεύθερη, δε θα μπορούσαν να μείνουν ανεπηρέαστες από τις εξελίξεις. Η διαλεκτική σύνθεση ανάμεσα στο δημοκρατικό σοσιαλισμό και τον κλασικό φιλελευθερισμό, η οποία προϋποθέτει την επαναβεβαίωση των αφετηριακών παραδοχών και των ηθικών – αξιακών πλαισίων τους, είναι κάτι που συζητείται πλέον σε ευρεία κλίμακα.

  • Σε πρακτικό επίπεδο, οι αρχιτέκτονες της Ε.Ε. άρχισαν να κατανοούν ότι μπορούσαν να βρουν ένα σύμμαχο μεταξύ των πολιτισμικών ομαδοποιήσεων και γι’ αυτό άνοιξαν απευθείας διαύλους πολιτικής επικοινωνίας με τις τοπικές υποκουλτούρες, αποκτώντας έτσι ένα μέσο για να αμβλύνουν την επιρροή των εθνών-κρατών. Όσον αφορά στην εμπιστοσύνη, και πάλι οι ηγέτες της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης είπαν ότι εμπιστεύονται περισσότερο τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών παρά τις επιχειρήσεις ή την κυβέρνηση. Τα στοιχεία είναι εκπληκτικά. Το 51% διάκειται ευνοϊκά στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, μόνο το 41% εμπιστεύεται τις επιχειρήσεις και ένα γλίσχρο ποσοστό της τάξης του 26% λέει ότι εμπιστεύεται την κυβέρνηση. Στις Η.Π.Α., οι ηγέτες της κοινής γνώμης εκφράζουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στις επιχειρήσεις και στην κυβέρνηση παρά στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, αλλά οι διαφορές στα επίπεδα εμπιστοσύνης μεταξύ αυτών των τριών τομέων είναι μικρές. Στην πραγματικότητα η Ε.Ε. δεν υποδέχεται πάντα με ανοιχτές αγκάλες τη συμμετοχή των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών. Μόνο η συνεχής δημόσια πίεση, συνδυασμένη με την υποστήριξη των πολιτικών τους στόχων από το λαό, ανάγκασε τις κυβερνήσεις να τις αναγνωρίσουν και εξασφάλισε μια θέση γι’ αυτές στην επίσημη συζήτηση για τη δημόσια πολιτική. Πολλοί τώρα μιλούν για συμμετοχική δημοκρατία από επίγνωση των εξελίξεων ή από φόβο ανεξέλεγκτων καταστάσεων για την επιβίωση του συστήματος.

  • Φυσικά, είναι νωρίς ακόμη για μια ρητή αποκρυστάλλωση αυτού του προτάγματος, ωστόσο υπάρχει μια νέα επικοινωνιακή πλημμυρίδα, μιας άλλης κοινωνικής παγκοσμιοποίησης, που βγαίνει μέσα από την κατακερματισμένη κοινωνία της ηγεμονίας της αγοράς και απαιτεί την αναδιάρθρωση των θεσμών υπέρ της πολιτικής παγκοσμιοποίησης. Η συνειδητοποίηση, έτσι, της νέας δυναμικής των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών είναι κοινή συνισταμένη ανάδυσης της νέας καθολικότητας και ελπίδας του κόσμου για βελτίωση των συνθηκών ζωής. Κι αυτό συντελείται στην υλική βάση της κοινωνικής αλληλέγγυας οικονομίας, τη θεσμική βάση της εκρηκτικής πολλαπλασιαστικότητας των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και το πολιτικό φαντασιακό, που αναπτύσσεται μέσα από αυτά τα δεδομένα.

  • Μια θεωρία η οποία θα συνθέτει την υλική βάση των εξελίξεων στην κοινωνική οικονομία και τις νέες τεχνολογίες με το μετασχηματισμό της δημοκρατίας, σε θεσμικό αλλά και στο συλλογικό φαντασιακό, είναι ζητούμενο. Τα εμπόδια, όμως, για την ανάπτυξη της συμμετοχικής δημοκρατίας δεν προέρχονται μόνο από τις κυβερνήσεις και τα κόμματα, προέρχονται και από τον τρόπο που λειτουργούν οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών. Πολλές από αυτές, και ιδιαίτερα οι μεγάλες μονοθεματικές Μ.Κ.Ο., δε λειτουργούν οι ίδιες με δημοκρατικό τρόπο, αλλά ως ελίτ και ολιγαρχίες. Έχοντας κατακτήσει ένα προνομιακό πεδίο δράσης, π.χ. στην οικολογία και τη φιλανθρωπία, αρνούνται τη συμμετοχικότητα και τη συνεργασία με άλλες κινήσεις πολιτών για το ίδιο θέμα, αλλά και την κοινή έκφραση σε θεσμικό επίπεδο. Προτιμούν τις κατ’ ιδίαν επαφές με το κράτος και τις μεγάλες επιχειρήσεις, με αντίτιμο την αποδοχή των μεγάλων χορηγιών. Αυτές οι σχέσεις είναι που εμποδίζουν στην πράξη την ανάπτυξη της συμμετοχικής δημοκρατίας στο χώρο των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και η λύση πάντοτε παραμένει η δικτύωση και κοινοπραξία των μικρομεσαίων Μ.Κ.Ο., που αναπτύσσονται τελευταία με εντυπωσιακό τρόπο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: