Σάββατο 31 Μαΐου 2008

ΚΑΡΟΛΟΣ ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ: «Ο Μάης του '68 όπως τον έζησα»


Εδώ και σαράντα χρόνια, ο Μάης του '68 αρνείται να πεθάνει. Κάποιοι πιστεύουν ότι δεν πρόκειται να ξεψυχήσει, επειδή τα αιτήματά του θα μένουν ανεκπλήρωτα. Δεν ανέτρεψε καθεστώτα, όμως εισήγαγε νέες μορφές αυτοοργάνωσης των ανθρώπων και συνέτεινε στη δημιουργία της ανώνυμης συλλογικότητας.
O σημερινός πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας (καθισμένος πρώτος από αριστερά) κατά τη δεκαετία του '60, στο εργοστάσιο καλωδίων της Κολωνίας Felten&Guillaume όπου εργαζόταν.
Μιας συλλογικότητας που αμφισβήτησε τόσο τη γραφειοκρατική οργάνωση της κοινωνίας στην οικονομία, την πολιτική, την εκπαίδευση, όσο και τις θεσμοθετημένες σχέσεις εξουσίας μεταξύ των μελών μιας οικογένειας, των φύλων, ή ακόμη και μεταξύ γενεών. Η αμφισβήτηση της κοινωνικής ιεραρχίας, της κάθε είδους αυθεντίας και ο σεβασμός όλων ως ισότιμων συνομιλητών (ας θυμηθούμε το περίφημο σύνθημα «μιλάτε στους διπλανούς σας») αποτελεί το μέγα κληροδότημα του Μάη του '68.
Τα γεγονότα εκείνα τα έζησα ως διδάκτωρ του Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Κολωνίας, έναν χρόνο μετά την κατάλυση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα από τους πραξικοπηματίες συνταγματάρχες. Ο Μάης είχε, τότε, για όλους εμάς τους Ελληνες που αντιστεκόμαστε στη χούντα, ένα πρόσθετο, εξαιρετικά σημαντικό στοιχείο: ότι, μέσα σε μια ευρύτερη αγωνιστική ατμόσφαιρα, μπορούσαμε να κινητοποιήσουμε και άλλες δυνάμεις στον αγώνα μας κατά της δικτατορίας.

Ειδικότερα στη Γερμανία, η κατάσταση ήταν πιο περίπλοκη απ' όσο σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το βάρος του ναζιστικού παρελθόντος επέτεινε ακόμα περισσότερο τη διαμάχη μεταξύ των γενεών, καθώς η χώρα βίωνε τις μετασεισμικές δονήσεις της διαίρεσης και η κατοχή των συμμάχων ουσιαστικά δεν είχε τερματισθεί. Παράλληλα, η πολιτική συγκυρία, με τη δημιουργία κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού το 1967, οδήγησε στη ριζοσπαστικοποίηση της αντιπολίτευσης και την έξοδό της απ' την Βουλή, με τη δημιουργία της Εξωκοινοβουλευτικής Αντιπολίτευσης (ΑΡΟ).
Δικαιολογημένα υπήρχε τότε στους φοιτητικούς χώρους η πεποίθηση ότι η μεταπολεμική Γερμανία δεν επιτρεπόταν να παρεκκλίνει ούτε στο ελάχιστο από την πίστη στις δημοκρατικές αξίες, ότι η σχετικότητα των απόψεων σε θέματα δημοκρατίας, στο πλαίσιο ενός ψυχροπολεμικού σκεπτικού, θα μπορούσε να οδηγήσει σε δεινά ανάλογα με εκείνα του ναζισμού.
Γεγονότα, λοιπόν, όπως η επίσκεψη του Σάχη της Περσίας, ενός κατ' εξοχήν εκπροσώπου δικτατορικού καθεστώτος με ευθείες εξωτερικές εξαρτήσεις, ήταν φυσικό να ξεσηκώσουν θύελλα. Ιδίως, μάλιστα, όταν συνοδεύθηκαν από το θάνατο του Benno Ohnesorg από σφαίρα αστυνομικού.
Εξάλλου, οι συζητήσεις για την υιοθέτηση ειδικών νόμων, τους οποίους απαιτούσαν οι Σύμμαχοι, ώστε να αναγνωρίσουν την πλήρη κυριαρχία της Ομοσπονδιακής Γερμανίας και τον τυπικό τερματισμό του κατοχικού καθεστώτος, ενεργοποιούσαν αντιναζιστικά ανακλαστικά και οδηγούσαν συνειρμικά σε συγκρίσεις με τη δεκαετία του '30. Υπήρχε φόβος ότι η κατάσταση αυτή μπορεί να έθετε εκ νέου σε κίνδυνο τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις προσωπικές ελευθερίες, αν, ακόμη χειρότερα, δεν οδηγούσε άλλη μια γενιά στα χαρακώματα, όπως γινόταν στο Βιετνάμ.
Παράλληλα με τις μαχητικές διεκδικήσεις, που συγκινούσαν τους φοιτητές, τους εργάτες, αλλά έως ένα βαθμό και ευρύτερα στρώματα της γερμανικής κοινωνίας, στο πεδίο των ιδεών η Σχολή της Φραγκφούρτης είχε προλειάνει το έδαφος σε ιδεολογικό και θεωρητικό επίπεδο. Αυτό χάρη σε μια γόνιμη επεξεργασία θεμάτων που σχετίζονταν τόσο με τη θέση του νεωτερικού ανθρώπου εντός των αλλοτριωτικών καπιταλιστικών θεσμών, όσο και με την ανάλυση της σχέσης Λόγου και ισχύος.
Ετσι, ο Marcuse το 1964, στο έργο του, «Ο Μονοδιάστατος Ανθρωπος», θέτει εκ νέου το ζήτημα της αλλοτρίωσης στις ευημερούσες κοινωνίες του ύστερου καπιταλισμού.
Στο πλαίσιο αυτής της συλλογιστικής, ο Habermas θα επεξεργαστεί, στη δεκαετία του '70, μια θεωρία της επικοινωνιακής δράσης όπου η αποκατάσταση της απρόσκοπτης λειτουργίας μιας δημόσιας σφαίρας αποτελεί προϋπόθεση για την ολοκλήρωση του ημιτελούς προτάγματος του Διαφωτισμού.
Η μερική εγκαθίδρυση μιας βραχύβιας και εύθραυστης δημόσιας σφαίρας όπου τέθηκαν και συζητήθηκαν ζητήματα όπως η ισότητα των φύλων, η ιεραρχική οργάνωση της κοινωνίας, οι σχέσεις εξουσίας και τα δικαιώματα των φυλετικών μειονοτήτων, τα οποία έκτοτε εντάχθηκαν στο λεξιλόγιο των πολιτικών κομμάτων, αποτελεί μια από τις καθοριστικές συνεισφορές του Μάη του '68 στις πολιτικές εξελίξεις των επόμενων δεκαετιών.
Τα γεγονότα του Μάη του '68 δεν μπορεί να θεωρηθούν ως επανάσταση με τη γνωστή έννοια του όρου. Δεν υπήρξε ανατροπή καθεστώτων, δεν είχαμε νέες πολιτικές δυνάμεις στην εξουσία. Σε μια πρώτη ανάγνωση ίσως συνέβη και το αντίθετο, η ενίσχυση κατεστημένων δυνάμεων όπως με την εκλογική νίκη του Ντε Γκολ τον Ιούνιο.
Ο Μάης ήταν, όμως, αναμφισβήτητα ένα πολιτικό κίνημα. Εξέφραζε την απαίτηση να μην ανατραπούν δημοκρατικές κατακτήσεις και το φόβο να μην υπάρξει επιστροφή στην εποχή του φασισμού. Εξέφραζε και την απογοήτευση από τους υφιστάμενους κομματικούς σχηματισμούς και την πίστη στον πολιτικό ακτιβισμό, διαδικασίες που δημιούργησαν ένα νέο προηγούμενο. Υπήρξε έτσι βάση πολλών κινημάτων, όπως το περιβαλλοντικό, οι οργανωτικές απαρχές του οποίου πρέπει να αναζητηθούν σ' αυτόν.
Η αμφισβήτηση της δεκαετίας του '60 εξέφραζε το θυμό των νέων για το ότι οι αρχές που θα έπρεπε να διέπουν τις μεταπολεμικές κοινωνίες έμειναν στα χαρτιά. Γατί τόσο στο εσωτερικό των κρατών, παρά την οικονομική ανάπτυξη, οι ανισότητες υπήρχαν ενώ ο ψυχρός πόλεμος, η ισορροπία του τρόμου, οι πόλεμοι δι' αντιπροσώπων είχαν διαψεύσει τους πόθους και τις υποσχέσεις για ένα νέο σταθερό και ειρηνικό διεθνές σύστημα που θα έριχνε το βάρος του σε κοινωνικές ανάγκες.
Επίσης η δύναμη των κινημάτων αυτών μπορεί να μη δημιούργησε νέες πολιτικές καταστάσεις, αλλά συνέβαλε στην κατοχύρωση της έννοιας του κοινωνικού κράτους, ως κάτι αναγκαίου όχι μόνο για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης αλλά για να μην κινδυνεύσει το πολιτικό σύστημα από διαμαρτυρίες που, όπως φάνηκε, μπορούν να έχουν ισχυρή δυναμική ακόμη και όταν ευρίσκονται εκτός του παραδοσιακού κομματικού συστήματος.
Και, τελικά, τι ισχυρότερο κίνητρο για τον εξανθρωπισμό κάθε εξουσίας από το φόβο ανεξέλεγκτων μη κατευθυνόμενων κινητοποιήσεων που μπορεί να λάβουν υπερβολικές έστω μορφές, αλλά που υποδηλώνουν κάτι που καμιά εξουσία δεν πρέπει να ξεχνά; Οτι, δηλαδή, η δυσαρέσκεια των πολιτών και των λαών δεν προϋπολογίζεται σε εργαστήρια, ότι οι κοινωνικές εκρήξεις μπορεί να μεταβληθούν σε φυσικά φαινόμενα. Και, τότε, καμιά εξουσία δεν θέλει να είναι στο διάβα τους!
Πολύ σημαντικότερη, ίσως, όμως, απ' όλα, υπήρξε η απελευθέρωση της δημιουργικής ικανότητας των ανθρώπων που τους επέτρεψε να φανταστούν έναν διαφορετικό κόσμο.
Την άνοιξη εκείνη κάτω από το πεζοδρόμιο ίσως να φάνηκε μια παραλία. Αλλά ο δρόμος προς τη θάλασσα, αν αυτή δεν είναι αντικατοπτρισμός, μοιάζει ακόμη μακρύς.
* Το άρθρο δημοσιεύεται παράλληλα και στη γερμανική εφημερίδα «FRANKFURTER RUNDSCHAU».


ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 01/06/2008

Δεν υπάρχουν σχόλια: